Ενα εξαιρετικό κείμενο από τον φίλο Γιώργο.
(ΠΕΤΑΛΙ) x (ΚΟYΠΙ) = (ΤΑΛΑΙΠΩΡΙΑ)2
Αν μας ζητιόταν έτσι, για παιχνίδι, να παραλληλίσουμε οχήματα με πλεούμενα, όπως το πούλμαν με το κρουαζιερόπλοιο, το βυτιοφόρο με το γκαζάδικο, την κούρσα με το κρις-κραφτ και πάει λέγοντας, σίγουρα όλοι στο ποδήλατο θα αντιστοιχίζαμε το καγιάκ.
Και το επιχείρημα, βέβαια, δεν θα ήταν άλλο από την κοινή συμμετοχή της σωματικής προσπάθειας.
Η ενασχόληση και με τα δύο πονήματα ταυτόχρονα ωστόσο, μου αποκάλυψε -με περίσσεια έκπληξη- ότι αυτό είναι μόνο ένα πρώτο ελάχιστο, η κορυφή του παγόβουνου, ενώ πίσω της κρύβεται συναρπαστικό βάθος.
Γιατί πώς να μην ξαφνιάζεται και να μην εκπλήσσεται κάποιος βλέποντας, ότι η άσκηση στο ένα σε βελτιώνει μυστηριωδώς και στο άλλο;
Ότι η κατάκτηση της ιδανικής κουπιάς καταλήγει αναθύμηση της τέλειας πεταλιάς, ενώ η εξάσκηση της ισορροπίας στη θάλασσα βελτιώνει την ισορροπία στο δρόμο αλματιδόν;
Αναδείχθηκε έτσι μία αναπάντεχη συσχέτιση, φανερώθηκε ότι θεμελιώδεις λειτουργίες στις δύο δραστηριότητες αλληλεπιδρούν μυστικά μέσα από απόκρυφη διαδρομή και συγκλίνουν σε απώτερες φυσικές νομοτέλειες, που θα άξιζε τον κόπο να ξεδιαλυθούν.
Θα ξεπροβάλουν απίστευτοι συσχετισμοί, θα δούμε να αντιστοιχίζεται το μέγεθος του ίχνους του συστήματος διεύθυνσης με το πλάτος στην ίσαλη γραμμή και η κούρβα του πιρουνιού με τις καμπύλες στα ύφαλα.
Με την περιήγησή μας θα εξηγηθούν ποικίλα παράξενα, που προκαλούν τη νοημοσύνη μας, με επίκεντρο μάλιστα όλων το θεμελιώδες παράδοξο - πώς στο καλό συμβαίνει και η ίδια η «αστάθεια» παρέχει εν τέλει πλεονέκτημα και μεγιστοποιεί την ασφάλεια.
Αυτοσκοπός εν τούτοις του εγχειρήματος παραμένει άλλος. Να λάβει απάντηση η απορία των περισσότερων, γιατί κάποιους λίγους από εμάς εξακολουθούν να μας κερδίζουν, με ασυγκράτητο -μάλιστα- ενθουσιασμό, ασχολίες σαν το «ποδήλατο» και το «κουπί» έννοιες που στη σύγχρονη καθομιλουμένη ελληνική γλώσσα έχουν αποτυπωθεί ως συνώνυμα της δεινοπάθειας.
Ποιο -επιτέλους- είναι το παρανοϊκό ερέθισμα αυτού του σχιζοφρενικού μαζοχισμού;
* * *
Πάμε σιγά – σιγά, από την αρχή, να ξεδιπλώσουμε τις κρίσιμες πτυχές.
Γιατί άραγε δίκυκλο; Ένα τρίκυκλο ποδήλατο, που σε απαλλάσσει στο τέλος-τέλος από τη σκοτούρα της ισορροπίας, δεν προσφέρει καλλίτερες ευκαιρίες ανέμελης ευχαρίστησης;
Η απάντηση είναι μάλλον ευκολονόητη.
Η αυξημένη σταθερότητα του τρίκυκλου είναι φαινομενική μόνο, περιορίζεται μάλιστα σε τόσο στενά πλαίσια που την καταντούν αφόρητα πληκτική.
Τα όρια εμφανίζονται πολύ πρόωρα, ευθύς μόλις οι φυγόκεντρες δυνάμεις ανασηκώσουν τον τροχό στο εσωτερικό της στροφής. Επειδή τα περιθώρια πρόσφυσης των ελαστικών δεν έχουν ακόμα εξαντληθεί, το πέλμα του εξωτερικού τροχού γίνεται υπομόχλιο και το όχημα ανατρέπεται.
Οι επιδόσεις καθηλώνονται, ο οδηγός περιορίζεται σε απαξιωτικό ρόλο και οποιαδήποτε αναζήτηση ικανοποίησης ματαιώνεται δραματικά.
Στο δίκυκλο είναι αλλιώς.
Ο δικυκλιστής αναγορεύεται σε κυρίαρχο του παιχνιδιού και εξωθεί τους φυσικούς νόμους στα όριά τους. Μπορεί να επιφορτίζεται την υποχρέωση της δυναμικής ισορροπίας χωρίς αναπαμό, γίνεται όμως δαμαστής των δυνάμεων της φύσης και αναλαμβάνει τον ηγετικό ρόλο να τις ρυθμίζει ο ίδιος, ξεχειλίζοντας δεξιοτεχνία και προσωπικότητα.
Στις συγκλονιστικές -ήδη- ικανότητες της μηχανής έρχεται να προσθέτει τις δικές του ελαύνοντας μία πορεία αέναης βελτίωσης των επιδόσεων - δίχως πέρατα.
Γιατί το δίκυκλο ποδήλατο, ή απλά ποδήλατο είναι εκπληκτικό κατασκεύασμα. Ακίνητο είναι ακραία ασταθές, αφού και στην ελάχιστη εκτροπή δεν υφίσταται κανένας παράγοντας για να αποτρέψει την πτώση.
Σε κίνηση οι συνθήκες αλλάζουν απρόσμενα και η ισορροπία αποκτά αυτόματα έναν τύπο ευστάθειας. Η ευστάθεια αυτή είναι αυτογενής, εκδηλώνεται και ερήμην του αναβάτη, ενώ ο αυτοματικός χαρακτήρας οφείλεται στην ταυτόχρονη εμφάνιση στατικής τριβής, αδράνειας και στροφορμής, που «συνωμοτικά» αντιστέκονται στην εκτροπή και αναβάλλουν την πτώση.
Αλλά... με κάποιο τίμημα.
Είναι οι μεγαλεπήβολες Αρχές Διατήρησης που το αξιώνουν. Την προσαρμογή πορείας. Ποδήλατο σε κίνηση «δέχεται» να μένει όρθιο αλλά «επιβάλλει» ιδία χάραξη τροχιάς και ... όσο δεκτικότερο είναι τόσο επιβλητικότερο γίνεται.
Με μηδενισμένη την ενδογενή ευστάθεια ο έλεγχος θα ήταν πρακτικά ανέφικτος και το ποδήλατο δεν θα ήταν ιππεύσιμο. Όσο ασκημένα και αν είναι τα ανακλαστικά του αναβάτη θα απομένει πάντοτε μία υστέρηση αντίδρασης. Κάποιος πρέπει να παρέχει συγχώρηση στις έσχατες βιολογικές ανεπάρκειες.
Η οδήγηση, έτσι, κάθε ποδήλατου δεν είναι παρά μια αέναη αλληλουχία ηθελημένων εκτροπών που επιφέρουν τους επιθυμητούς ελιγμούς. Αυτό που επιζητά ο αναβάτης είναι -αξιοποιώντας τα πλαίσια της ενδογενούς ευστάθειας- να προκαλεί τους ελιγμούς της αρεσκείας του και ... όσο πιο ανεμπόδιστες είναι οι εκτροπές τόσο ακριβέστεροι γίνονται οι ελιγμοί.
Ιδού πως στις συνεργασίες ελλοχεύει πάντοτε ο ανταγωνισμός, και οι «επιδιώξεις» ποδηλάτου και ποδηλάτη φθάνουν σε σύγκρουση.
Ο αναβάτης καλείται εν τέλει να ενεργεί κόντρα και σε πείσμα της ενδογενούς ευστάθειας του ποδηλάτου του, που αναπτυγμένη σε αχρείαστο βαθμό αρχίζει να γίνεται εμπόδιο. Θέλει το ποδήλατο υπάκουο στις εντολές του, χωρίς απείθαρχες αντιρρήσεις. Προτιμάει λιγότερο σταθερό ποδήλατο και να το διαφεντεύει ο ίδιος.
Με διαφορετική διατύπωση, η σύγκριση τρίκυκλου και δίκυκλου διατηρείται ανάμεσα στα ποδήλατα. Τα καθαρόαιμα σχεδιάζονται επίτηδες «ασταθή» !
* * *
Ας πέσουμε τώρα στη θάλασσα (να συνέλθουμε κιόλας, γιατί βλέπουμε αστράκια).
Γιατί άραγε καγιάκ;
Μια βαριά και επίπεδη σχεδία δεν δίνει ασφαλέστερο πλεούμενο;
Η απάντηση είναι μάλλον απρόβλεπτη.
Οι ιθαγενείς των παράκτιων περιοχών της αρκτικής ζώνης της γης, που δεν είχαν διαθέσιμες άλλες πηγές λευκωμάτων πέρα από τη θαλάσσια πανίδα, αναγκάστηκαν πριν από δέκα χιλιάδες χρόνια να ανακαλύψουν πως όχι.
Και εξέλιξαν το καγιάκ.
Όσο και αν η αντίφαση φαντάζει σε πρώτη αίσθηση ανήκουστα εξωφρενική, το καγιάκ, ένα σκάφος ασταθέστατο ακόμα και σε συνθήκες στεγασμένου κολυμβητηρίου, συγκεντρώνει τις καλύτερες προϋποθέσεις να αντεπεξέλθει τις τρικυμίες από όλα ανεξαιρέτως τα πλεούμενα συγκρίσιμων -και όχι μόνον- διαστάσεων.
Ένας Ροδίτης καγιάκερ, στο συμπόσιο του Ξυλόκαστρου, το 2008, μου εξηγούσε...
«Όταν το λιμεναρχείο εκδίδει απαγορευτικό, εμείς ... αναγγέλλουμε πάρτι» !
Ας παρακολουθήσουμε τι τελικά συμβαίνει:
Στη θάλασσα δεν αναπτύσσονται, βέβαια, αξιόλογες φυγόκεντρες, αφού οι ταχύτητες των χειρήλατων σκαφών μετά βίας αγγίζουν εκείνες των αργοπορημένων βαδιστών. Το νταβαντούρι έρχεται απ’ αλλού!
Είναι τα κύματα, που πλαγιοκοπούν.
Στη φουρτούνα τα κύματα δεν είναι όλα ίδια, το ύψος τους ποικίλει σε σημαντικό βαθμό. Όταν η προσήνεμη πλευρά μιας σχεδίας ανασηκωθεί στην πλαγιά ενός μεγαλωμένου κύματος, η υπήνεμη «φυτεύεται» στο νερό και το χείλος της λειτουργεί σαν υπομόχλιο αυξάνοντας την κλίση. Το βάρος δε βοηθάει, το σύστημα ούτως ή άλλως επιπλέει. Οι επιβάτες αδειάζουν στη θάλασσα σαν τις μαρίδες απ’ το τηγάνι. Αμέσως ύστερα, η ορμή της επερχόμενης μανιασμένης κορυφής την αναποδογυρίζει.
Στο καγιάκ είναι αλλιώς.
Ο καγιάκερ γίνεται επικυρίαρχος των στοιχείων της φύσης, οι οποίες δεν ενεργούν πλέον ερήμην του. Μπορεί να φορτώνεται την έγνοια της ισορροπίας -που ισοδυναμεί με εκείνη ποδηλασίας χωρίς χέρια- αλλά αποζημιώνεται εξίσου γενναιόδωρα, αναδεικνύοντας ανάλογα ορόσημα. Ετοιμότητα αντίδρασης και ανάπτυξη δεξιοτεχνίας, που εξωθούν πάλι τους φυσικούς νόμους στα όρια τους.
Και το καγιάκ είναι μαγευτικό κατασκεύασμα. Η ευστάθειά του υφίσταται επίσης ανεξάρτητα από την παρουσία του αναβάτη και καθορίζεται εδώ από δύο αντίθετες δυνάμεις, το βάρος και την άνωση. Αν και το κέντρο βάρους βρίσκεται πάντοτε ψηλότερα από το κέντρο άνωσης η ισορροπία δεν καταστρέφεται εύκολα.
Η γάστρα είναι έτσι σχεδιασμένη, ώστε για μικρές γωνίες κλίσης η άνωση μετατοπίζεται πλαγίως γοργότερα από το βάρος. Οι δύο δυνάμεις διαμορφώνουν ζεύγος ροπής επαναφοράς, η οποία στην αρχή μάλιστα είναι αύξουσα.
Όλα τα ωραία πράγματα σώζονται γρήγορα. Σε μεγαλύτερες κλίσεις οι δύο δυνάμεις πλησιάζουν πάλι, η ροπή επαναφοράς γίνεται φθίνουσα και σε κάποια γωνία τα δύο ανύσματα ξανασυναντιόνται στον ίδιο φορέα. Εκεί προσδιορίζεται η οριακή σταθερότητα, πέρα από την οποία επέρχεται ανατροπή.
Η μαθηματική επεξεργασία έχει δείξει ότι η ευστάθεια μεταβάλλεται με την τρίτη δύναμη του μέσου πλάτους στο επίπεδο του νερού, δηλαδή στην ίσαλο γραμμή. Όσο το σκάφος στενεύει γίνεται δραματικά ασταθέστερο. Είναι όμως φανερό, ότι από μόνο του το μέγιστο πλάτος, όπως δίδεται στις προδιαγραφές του κατασκευαστή, δεν παρέχει ασφαλή πληροφορία για την ευστάθεια ενός καγιάκ.
Αυτή, πάντως, είναι η ενδογενής σταθερότητα των καγιάκ, στα πλαίσια της οποίας δραστηριοποιείται ο αναβάτης.
Ήπια, μονόπατη, πίεση της λεκάνης πλευρικά στο κάθισμα με αντίθετη κύρτωση του κορμού και της κεφαλής για αντιστήριξη, προκαλεί ελεγχόμενη μετατόπιση του κέντρου βάρους πλαγίως και δίνει ελαφριά κλίση, «γωνιάζει» το σκάφος, διαμορφώνοντας έκτοπες θέσεις ισορροπίας. Είναι σαν να λέμε το βάρος ακολουθεί κατά πόδας την άνωση και διατηρείται διαρκώς πάνω της. Ο γιαλός μένει ίσιος και το σκάφος αρμενίζει λοξό.
Η επέμβαση αυτή, σε κίνηση, έχει την ίδια συνέπεια με αυτή που θα είχε η ανάλογη ενέργεια στην ποδηλασία χωρίς χέρια. Τη στροφή.
Τη δράση της στατικής τριβής και της στροφορμής αντικαθιστούν τώρα οι υδροδυναμικές δυνάμεις. Ένθεν και ένθεν της καρίνας διαμορφώνεται τέτοια άνιση κατανομή αυτών των δυνάμεων, που το σκάφος στρίβει. Η έκπληξη είναι ότι τα καγιάκ στρίβουν αντίθετα με την κλίση -σαν τα γαϊδουράκια- και προσέξτε μην ξεχαστείτε επιστρέφοντας στο ποδήλατό σας.
Όπως και να έχει το ζήτημα ο καγιάκερ χρησιμοποιεί αυτή την τεχνική για πλοήγηση και διόρθωση της γραμμής πλεύσης, δίχως να αναστατώνει τον ρυθμό της κωπηλασίας.
Το γώνιασμα, όμως, που μόλις περιγράψαμε, το αξιοποιεί και αλλιώς, στον πιο εντυπωσιακό από όλους τους ελιγμούς.
Στο κύμα, που μεταβάλλει δραστικά τις συνθήκες ισορροπίας προσθέτοντας μπελάδες ή -κατ’ άλλους- ευκαιρίες διασκέδασης.
Όταν το σκάφος ανασηκωθεί από πλευρικό κύμα, ουσιαστικά καλείται να πλεύσει σε κεκλιμένο επίπεδο -σαν τη σχεδία μας- και τείνει να πάρει κλίση, καθώς το κέντρο άνωσης ξεφεύγει παράπλευρα απειλώντας κατάρρευση της ισορροπίας και ανατροπή.
Την απευκταία αυτή κατάληξη ματαιώνει ο καγιάκερ με μία αντίδραση, για την επιτυχία της οποίας ο σωστός χρονισμός είναι το παν. Τινάζει τον κορμό του πλάγια και γέρνει, γωνιάζει το σκάφος πάνω στο κύμα, ώστε να διατηρεί βάρος και άνωση συνεχώς στην ίδια κατακόρυφο.
Τώρα είναι ο γιαλός λοξός και το σκάφος ίσιο. Τι κι’ αν το κύτος πλέει στα ίσαλα, το σκαρί κρατιέται οριζοντιωμένο. Ισχυρότερο το πλαγιοκόπημα εντονότερο το γώνιασμα, που με το πέρασμα της κορυφογραμμής εναλλάσσεται στην αντίθετη πλευρά.
Μπορεί οι ελιγμοί αυτοί να δείχνουν εξωπραγματικοί, είναι όμως λιγότερο σκανδαλώδης η ιδέα ενός ποδηλάτη που εναλλάσσει -θρασύτατα- κλίσεις στις διαδοχικές στροφές;
Γρήγορα γίνονται ενστικτώδεις, άνετοι και ανέμελοι, σαν δεύτερη φύση, και η δοκιμασία μετατρέπεται σε παιδιά.
Ακόμα και στο πιο παιχνιδιάρικο νάζι της θάλασσας, το λεγόμενο αντιμάμαλο, δηλαδή τις ακανόνιστες συμβολές δύο συγκρουόμενων ακολουθιών κυμάτων -τα στάσιμα κύματα- που ξεπροβάλλουν εντελώς αιφνιδιαστικά κάτω από τη γάστρα, σαν ενέδρα της φύσης.
Ευτυχώς, άλλωστε, για τα δύσκολα υπάρχουν οι πανέμορφες τεχνικές στήριξης, που πετυχαίνονται με την υδροδυναμική δράση του κουπιού και αντιστοιχούν, απλά, στο χειρισμό του τιμονιού. Δεν θα επεκταθούμε διόλου σ’ αυτές. Πρέπει να αφήσουμε στους αμύητους κάποιο ερέθισμα προσηλυτισμού.
Θα σπεύσουμε μόνο να τους καθησυχάσουμε με τη διαβεβαίωση, ότι ο καγιάκερ έχει την ευχέρεια να ανακτά πανεύκολα την ευστάθεια της πλεύσης του από οποιαδήποτε θέση απωλεσμένης ισορροπίας, μέχρι ακόμα και την ολοσχερή αναστροφή.
Όταν ο ποδηλάτης πέφτει σταματάει. Όταν ο καγιάκερ πέφτει συνεχίζει. Οι κακότεχνες αναδιπλώσεις της ασφάλτου μεταπλάθονται στη θάλασσα σε μεταξωτές πτυχές ατημέλητου σεντονιού.
Ας εισδύσουμε όμως ένα επίπεδο βαθύτερα για να φθάσουμε στον τελικό προορισμό μας. Το κύμα μπορεί να είναι ταλάντωση της επιφάνειας της θάλασσας χωρίς μεταφορά ύλης, αλλά ο αφρός (προβατάκια) είναι αποκολλημένη μάζα νερού που παρασύρεται (σερφάρει) στο μέτωπο του κύματος, επομένως έχει κίνηση και συνεπακόλουθα ορμή.
Έρχονται στιγμές που ο καγιάκερ υπερεκτείνει το σώμα του προς το κύμα, εκβάλλοντας το βάρος μακρύτερα από όσο η άνωση φθάνει. Η αναδυόμενη ροπή ανατροπής ούτε τώρα τουμπάρει το σκάφος, γιατί αντισταθμίζεται αμοιβαία με την ώθηση της επερχόμενης κορυφής.
Στους λεπτεπίλεπτους, πράγματι, αυτούς χειρισμούς, που ουσιαστικά συνιστούν ηθελημένη υπέρβαση της οριακής σταθερότητας και απαιτούν, προπάντων, σβελτάδα και αμεσότητα απόκρισης, ο καγιάκερ αναγνωρίζει πλέον έναν νέο αντίπαλο.
Την ίδια την ενδογενή σταθερότητα του σκάφους του, η οποία αναπτυγμένη σε υπέρμετρο βαθμό αρχίζει να γίνεται ενοχλητική.
Γιατί αυτό που τότε προέχει είναι μειωμένες ροπές επαναφοράς και μικρές γωνίες οριακής ευστάθειας, για να υπερβαίνονται ή να επανακάμπτονται άκοπα και γρήγορα. Η «αστάθεια» προσφέρει, σε τελική ανάλυση, περιθώριο ασφάλειας αυξημένο στο έπακρο.
Με άλλα λόγια η σύγκριση σχεδίας και καγιάκ ισχύει και ανάμεσα σε δύο σκάφη. Τα καθαρόαιμα σχεδιάζονται, και πάλι, ηθελημένα «ασταθή» !
* * *
Κομψοτεχνήματα λιτά και απέριττα, κράματα εμπειροτεχνίας και επιστήμης, τεχνολογικά επιτεύγματα με ανυπέρβλητο συντελεστή απόδοσης, σεβάσμια ολυμπιακά αγωνίσματα, οικολογικά και φυσιολατρικά εμβλήματα, συγκινούν, εμπνέουν και συνεπαίρνουν κηρύσσοντας συνθήματα αξιοσύνης.
Στέρξε στη Φύση, ζήσε επί σκηνής -όχι σαν απόξενος παρατηρητής- το μεγαλείο της, αφέσου να συγχωνευτείς μαζί της και απόλαυσε εκ των ένδον την ομορφιά των φαινομένων της. Στο «καθαρό» αυτό πεδίο, δοκιμάσου εντίμως, αναμέτρησε τις αρετές ολόκληρου του εαυτού σου.
Καγιάκερ και ποδηλάτης, μειδιούν εξίσου με την κακεντρεχή παραποίηση, ότι δήθεν πρόκειται για ζητήματα των χεριών ή των ποδιών μόνον. Γνωρίζουν καλά ότι είτε για την κουπιά είτε για την
πεταλιά -που σε παίρνουν μακριά- συνεργάζονται αρμονικά όλοι οι μυώνες και οι αρθρώσεις του σώματος, ο συντονισμός τους απαιτεί αφειδώλευτη καταβολή μυαλού, η επιμονή ανεξάντλητη επίκληση θέλησης, η αποδοχή των προκλήσεων αστείρευτο απόθεμα θάρρους, ενώ δεν λείπουν αναπτερωτικά περιθώρια απόδοσης προσωπικού ύφους.
Το ποδήλατο, φτενό κι ανάλαφρο, με απλουστευτική δομή και ελαχιστοποιημένα κινούμενα μέρη, αντιστάσεις, τριβές, αδράνειες - ένα σύμμετρο γεωμετρικό πρότυπο.
Το θαλασσινό καγιάκ, μακρύ, στενό, χαμηλό, ελαφρύ, στιλπνό - ένα μεταμοντέρνο γλυπτό.
Χιμαιρικές απολήξεις του σώματος, συναρμογές σε αδιάσπαστο σφιχταγκάλιασμα. Ο ποδηλάτης μεταμορφώνεται για λίγο σε μυθικό ον με τροχούς, ο καγιάκερ με κύτος.
Με τρόπο που η πεμπτουσία του ζητήματος, η προώθηση καθενός, να αναβαθμίζεται σε κινησιολογικό αριστούργημα, χορογραφία που φλερτάρει τα όρια της ωραίας τέχνης.
Και αν στο ποδήλατο υφίσταται μία σαφώς εντοπισμένη «πεταλιέρα» δηλαδή ένας διαρθρωμένος στο σκελετό στρόφαλος για να διευθετεί τη σωματική προσπάθεια, στο καγιάκ, όπου το κουπί δεν αγγίζει στο σκάφος, η αντίστοιχη έννοια μένει αιθέρια, αφηρημένη.
Έτσι, ενώ η πεταλιά θυμίζει τη συνέπεια και την ακρίβεια του πιάνου, η κουπιά φέρνει μάλλον στην αστάθμητη ελευθερία του βιολιού !
* * *
Σαν αντικριστές όψεις νομίσματος, ετεροζυγωτά δίδυμα που τα έχει χωρίσει απροσδόκητα η ζωή, εξελικτικούς κλώνους με αδιόρατο κοινό πρόγονο, εναλλακτικές εκδοχές γεγονότος σε παράλληλα σύμπαντα, ποδήλατο και καγιάκ διαγράφουν πορείες ασύμπτωτες, αγνοώντας συχνά καθένα την ύπαρξη του άλλου.
Οι δεσμοί τους αναδείχνονται κάποτε τους λογισμούς μας, καθώς ίδια φλόγα δαυλίζουν στις καρδιές μας.
Όχι όμως όλων. Μόνον όσων μας συγκινεί ακόμα η γοητεία του απροσμέτρητου ή, αλλιώς, μας συνεπαίρνει η ερασιθέλεια των ορίων...
Αθήνα, Οκτώβριος 2011
Με συναθλητικούς χαιρετισμούς
Γ. Σ. Ορμάνογλου
Φτι'αξτο pdf και ανέβασέ το κάπου !
Ο τίτλος αδικεί το κείμενο !
το οριτζιναλ είναι σε πδφ αλλά δέν ξέρω πώς να το ανεβάσω...
για το μέχρι πού μπορεί να φτάσει ένας καγιάκερ θαλάσσης.
http://topdocumentaryfilms.com/solo-lost-at-sea/
Χάνει όποιος δεν το διαβάσει. Μη βαρεθείτε βλέποντας το μακροσκελές κείμενο. Αξίζει πραγματικά. Αν το προσπεράσετε θα είναι σα να αποφύγατε μια υπέροχη βόλτα με το αγαπημένο σας ποδήλατο (τουλάχιστον).
Έμπνευση, δροσιά, οξυγόνο, αφρός από κύμα θάλασσας, δύναμη, ακρίβεια, ένταση, παλμός, φαντασία, μεράκι, αναπνοή.. Ο άνθρωπος και το μέσο που τον ενώνει με τη φύση..
Τα σέβη μου στο δημιουργό (και όντως ο τίτλος το αδικεί βάναυσα)
Κοίτα, το ποδήλατο είναι ποδήλατο. Αλλά αυτό ήταν θαλασσινή φρεσκάδα και πραγματικά ανοιχτό μυαλό. Ωραίο.
...και στο κείμενο και στην ανάλυση.
Έχω μεγάλο σεβασμό σε αυτά τα σκάφη.
Αλλά δεν πρέπει να αναφέρουμε μόνο παραδείγματα από το εξωτερικό.
Πχ ένα ανάλογο εγχείρημα έγινε το καλοκαίρι και στην Ελλάδα και μάλιστα για φιλανθρωπικό σκοπό:
http://kayakologio.blogspot.com/2011/05/blog-post.html
Ο Άγγελος είναι φίλος και ξέρω πολύ καλά την πόρωσή του.
Κατά τα άλλα, καλό και άγιο το καγιάκ, αλλά θα διαφοροποιηθώ λίγο.
Ως παλιός ερασιτέχνης κωπηλάτης και νυν ερασιτέχνης ποδηλάτης έχω μια λίγο διαφορετική άποψη.
Θα έλεγα ότι το καγιάκ πάει προς το mountain της θάλασσας. Σχετικά αργό, αλλά παντός καιρού, γυμνάζει ένα κλικ λιγότερους μυες κ.α.
Η κούρσα του νερού είναι η κλασική κωπηλασία. Μπαίνεις στο πανάλαφρο (ανθρακονημάτινο συνήθως) σκαρί δένεις τα πόδια στα ειδικά παπούτσια και νοιώθεις ότι πετάς εκατοστά πάνω από το νερό με μόνη ώθηση τις κουπιές σου. Όπως και η κούρσα, αποδίδει καλύτερα σε "καλό δρόμο" δηλαδή ήσυχα νερά, αλλά υπάρχουν πολλοί όμιλοι που κάνουν τις προπονήσεις τους στη θάλασσα. Θυμάμαι στο Ηράκλειο κιόλας πολλές φορές όταν είχε καλό καιρό βγαίνανε σε μακρυνές διαδρομές. Αν έχει τρικυμία δεν θα το ευχαριστηθείς, αλλά με προσοχή δεν θα ανατραπεί και θα σε γυρίσει πίσω. Έχει ίσως και περισσότερα περιθώρια για να κρατήσει ισορροπία ένας επιδέξιος κωπηλάτης αφού τα μακρυά κουπιά μπορούν να χρησιμοποιηθούν ακουμπώντας συνεχως την επιφάνεια σαν "βοηθητικοί τροχοί".
Όπως καταλάβατε μου θυμήσατε τώρα παλιές καλές εποχές και με βλέπω να ξεσκονίζω το απόγευμα το κωπηλατικό εργόμετρο στο σπίτι...