Το ιστολόγιο του/της Άρια

Τάντεμ: το Μέγα Πάθημα

Το παρακάτω αποτελεί απόσπασμα από το κωμικό μυθιστόρημα του Jerome K. Jerome «Τρεις σε δυο ποδήλατα» τυπωμένο το 1900! Η μετάφραση (πολύ ελεύθερη είναι δική μου). Άμα αναγνωρίσατε και τον εαυτό σας κάπου, αφήστε ένα σχόλιο :)
Οι τρεις φίλοι συζητούν λοιπόν καθώς ετοιμάζονται να φύγουν εκδρομή στο Μαύρο Δάσος της Γερμανίας…

-----------------

«Τα οχήματα φαντάζομαι», είπε ο Γιώργος, «όπως και πριν. Ο Χάρης και εγώ στο τάντεμ, ο Ζ....»

"Λάθος φαντάζεσαι" τον διέκοψε ο Χάρης. «Εσύ και ο Ζ. στο τάντεμ και εγώ στο μονό.»

«Εμένα το ίδιο μου κάνει.» συμφώνησε ο Γιώργος. «Εγώ και ο Ζ. στο τάντεμ, και ο Χάρης…»

«Δε με πειράζει να περιμένω τη σειρά μου», τον διέκοψα, «αλλά δεν πρόκειται να κουβαλάω το Γιώργο ΟΛΟ το δρόμο’ το βάρος πρέπει να μοιραστεί.»

«Έστω,» συμφώνησε ο Χάρης, «ας το μοιράσουμε. Αλλά με την προϋπόθεση ότι θα δουλέψει και αυτός.»

«Να κάνει τι;» είπε ο Γιώργος.

«Να δουλέψει,» επανέλαβε ο Χάρης κατηγορηματικά, «στην ανηφόρα τουλάχιστον, οπωσδήποτε.»

"Μα τι στο καλό!" είπε ο Γιώργος "δε θες να κάνεις ΚΑΘΟΛΟΥ άσκηση;»

Πάντα έχουμε δυσαρέσκειες με αυτό το τάντεμ. Ο μπροστινός έχει την θεωρία ότι ο πίσω δεν κάνει τίποτα’ και ο πίσω έχει εξίσου την θεωρία ότι αυτός είναι η κινητήρια δύναμη ενώ ο μπροστινός απλά ξεφυσάει. Το μυστήριο δε θα λυθεί ποτέ. Είναι ενοχλητικό όταν η Προνοητικότητα σου ψιθυρίζει από τη μια να μην το παρακάνεις και πάθεις κάνα καρδιακό’ ενώ η Δικαιοσύνη στο το άλλο αυτί σού σχολιάζει, «Γιατί πρέπει να τα κάνεις όλα εσύ; Αυτό δεν είναι ταξί. Δεν τον έχεις για επιβάτη.": μόνο και μόνο για να τον ακούσεις να μουρμουράει:

«Τι τρέχει—έχασες τα πετάλια σου;»

Ο Χάρης, νιόπαντρος, έβαλε τον εαυτό του σε τρελά μπλεξίματα σε μία περίπτωση, λόγω της αδυναμίας να ξέρεις τι κάνει ο από πίσω. Ποδηλατούσε με τη γυναίκα του την Ολλανδία. Οι δρόμοι είχαν πέτρες, οπότε το όχημα αναπηδούσε έντονα.
«Κρατήσου,» είπε ο Χάρης, χωρίς να γυρίσει το κεφάλι του.

Προς υποψήφιους μηχανικούς - Βeware!

(συνέχεια από το προηγούμενο)
Το παρακάτω αποτελεί απόσπασμα από το κωμικό μυθιστόρημα του Jerome K. Jerome «Τρεις σε δυο ποδήλατα» τυπωμένο το 1900! Η μετάφραση (πολύ ελεύθερη είναι δική μου). Άμα αναγνωρίσατε και τον εαυτό σας κάπου, αφήστε ένα σχόλιο :)
Οι δυο φίλοι συζητούν λοιπόν καθώς ετοιμάζουν να φύγουν εκδρομή στο Μαύρο Δάσος της Γερμανίας…

- Βαστάει καλά η εγκατάσταση;
- Το τάντεμ, απάντησα, είναι μια χαρά.
Είπε: «Του έκανες ένα τσεκάρισμα;»
Είπα: «Δεν του έχω κάνει, και ούτε κανένας άλλος πρόκειται να του κάνει. Το σύστημα τώρα δουλεύει μια χαρά και έτσι θα παραμείνει μέχρι να φύγουμε.»

Τα έχω ζήσει τέτοια «τσεκαρίσματα». Ήταν ένας τύπος από το Φόλκεστόουν’ συναντιόμασταν αρκετά κάποια περίοδο. Ένα απόγευμα μου πρότεινε να κάνουμε μια μεγάλη απόσταση την επόμενη, ποδηλατικώς, και δέχτηκα. Ξύπνησα νωρίς για μένα, κατέβαλλα μάλιστα κόπο και ήμουνα πολύ ευχαριστημένος με τον εαυτό μου. Ήρθε μισή ώρα αργοπορημένος : τον περίμενα στον κήπο. Ήτανε μια θαυμάσια μέρα.
Είπε:
- Ωραίο κομμάτι έχεις εκεί. Πώς τσουλάει;
- Ε, όπως όλα! Απάντησα. Εύκολα το πρωί, κάπως πιο ζόρικα μετά το μεσημεριανό.

Γράπωσε τη μπροστινή ρόδα και το πιρούνι και άρχισε να τα ταρακουνάει βίαια.
Είπα: «Μην το κάνεις αυτό’ το πληγώνεις.»

Δεν έβλεπα το λόγο να το ταρακουνάει’ δεν του είχε φταίξει σε τίποτα. Στο κάτω κάτω, άμα χρειαζόταν ταρακούνημα, εγώ ήμουνα το αρμόδιο άτομο για να το κάνει. Ένιωθα λες και βάλθηκε να μου δέρνει το σκύλο

Είπε: «Αυτή η ρόδα παίζει.»
Είπα: «Δεν παίζει άμα δεν την παίζεις εσύ.». Μεταξύ μας, καθόλου δεν έπαιζε, τίποτα που να άξιζε τον ισχυρισμό.
Είπε: «Αυτό είναι επικίνδυνο. Έχεις ένα κατσαβίδι;»

Έπρεπε να φανώ ανένδοτος, αλλά σκέφτηκα μήπως όντως σκάμπαζε από αυτά. Πήγα στο γκαράζ να δω τι μπορούσα να βρω. Όταν επέστρεψα τον βρήκα στο έδαφος με την μπροστινή ρόδα ανάμεσα στα πόδια. Έπαιζε μαζί της, γυρνώντας την ανάμεσα στα δάχτυλα’ το υπόλοιπο ποδήλατο ήταν παρατημένο στο πλακόστρωτο δίπλα του.

Xιούμορ για Gadgeτόβιους Ποδηλάτες - Σέλες από ουράνια τόξα γεμισμένα με σύννεφα

Γιατί μερικά πράγματα ποτέ δεν αλλάζουν χαχα!

Το παρακάτω αποτελεί απόσπασμα από το κωμικό μυθιστόρημα του Jerome K. Jerome «Τρεις σε δυο ποδήλατα» τυπωμένο το 1900! Η μετάφραση (πολύ ελεύθερη είναι δική μου). Άμα αναγνωρίσατε και τον εαυτό σας κάπου, αφήστε ένα σχόλιο :)
Οι δυο φίλοι συζητούν λοιπόν καθώς ετοιμάζουν να φύγουν εκδρομή στο Μαύρο Δάσος της Γερμανίας…

---------------------------------

Τη Δευτέρα το απόγευμα ήρθε ο Χάρης επίσκεψη’ κρατούσε στο χέρι ένα φυλλάδιο που διαφήμιζε ποδηλατικά εξαρτήματα.
Του είπα κατευθείαν:
-Εμένα άκου’ παράτα το.
Χάρης:
-Γιατί να το παρατήσω;
Εγώ:
-Αυτή τη σαχλαμάρα ή όπως αλλιώς θέλεις να την ονομάσεις, τρελή πατέντα, τελευταία λέξη της τεχνολογίας, επανάσταση στον τομέα της ποδηλασίας, καταρρίπτουσα κάθε πιθανού ρεκόρ’ αυτή που κρατάς στο χέρι.
Εκείνος:
-Ε, ξέρω κι εγώ μωρέ; Αφού θα έχει και απότομες ανηφόρες, κατηφόρες.. φαντάζομαι θα τα χρειαστούμε τα καλά φρένα.
-Καλά φρένα θα χρειαστούμε, σύμφωνοι, αλλά όχι και ένα τεχνολογικό θαύμα από το οποίο δεν σκαμπάζουμε και που ποτέ δε λειτουργεί την κατάλληλη στιγμή.
Εκείνος:
-Αυτό το πράγμα – είπε εκείνος – λειτουργεί εντελώς αυτόματα.
- Α, μη μου εξηγείς τίποτα, δεν είναι ανάγκη –του αντιμίλησα. Άσε, γιατί το μυρίζομαι εγώ από ένστικτο ακριβώς τι θα κάνει αυτή η σαχλαμάρα. Στην ανηφόρα θα μπλοκάρει τη ρόδα με τόση επιτυχία, που θα πρέπει να κουβαλήσουμε τα ποδήλατα μέχρι την κορυφή. Το όζον όμως στα ύψη του λόφου θα του κάνει καλό και αυτόματα θα διορθωθεί από μόνο του. Θα μονολογήσει «Δεν είμαι καλό φρένο’ δε τα βοηθάω αυτά τα αγόρια’ αντίθετα τα εμποδίζω. Είμαι μια συμφορά, να τι είμαι.». Και χωρίς την παραμικρή προειδοποίηση, θα πάρει τα μπογαλάκια του και θα αποχωρήσει. Αυτό ακριβώς θα κάνει τούτο το φρένο. Παράτα το εκεί που σου λέω! Είσαι καλό παιδί –συνέχισα- αλλά έχεις ένα κουσούρι.
-Ποιο; Με ρώτησε.

contact