Λογοτεχνία

Λογοτεχνικά Κείμενα σχετικά με το ποδήλατο

Η Κυριακή μιας Δεύτερης...

Της Κυριακής.

Μικρή μου Κυριακή
Κυρία Κυριακή
Μικροπαντρεμένη με έναν στριφνό ταξιδευτή
Μονάχη Κυριακή
Πόσα μεσημέρια δειλινεύεις τον χειμώνα
Αμέτρητα μου μοιάζουν
Δεν θέλω το σούρουπό σου
Παρά όταν αυτό Αυγή θα γίνει της Δευτέρας…

Γλυκιά Δευτέρα μέρα της γέννας που με έβγαλε στο Φως
Κάθε Δευτέρα γεννιέμαι ξανά και ξανά…
Την Κυριακή η κοιλιά που με περιβάλλει γιομίζει πόνο και χειμαρρώδη υγρά
Εκεί κάπου τα μεσάνυχτα ανάμεσα Κυριακή και Δευτέρα…ξεχύνονται…

ο κύριος Ο.Υ.Κ.

Τα κλισέ απαγορεύονται στη λογοτεχνία, όπως η φράση ''παράλληλο σύμπαν''. Σ ένα τέτοιο σύμπαν, ωστόσο, θα ήθελα να έχω δικές μου τρεις ώρες. Τουλάχιστον. Να γράψω για τους συνεπιβάτες. Τους ανθρώπους του λεωφορείου.
Εδώ και αρκετούς μήνες τους παρατηρώ. Τυχαίνει κάποτε να κάθομαι δίπλα σ έναν από αυτούς που θεωρώ ιδιαίτερους.

Το ξόδι

Οι ανθρώποι χωρίζουνται κατά πως βγάνουν το ψωμί τους.

Άλλοι δουλεύουν το χώμα, άλλοι τη θάλασσα, άλλοι στραγγίζουν τον ουρανό. Άλλοι ματώνουν τα χέρια τους παλεύοντας με την πέτρα, με την άμμο, με τη σκουριά, άλλοι μαστορεύουν τον χαλκό, τον χρυσό, το ασήμι, άλλοι λερώνουνται με τα αλεύρια, τα λάδια, τις ζάχαρες και τα μέλια, κι άλλοι χαλνάν τη μέση τους και τα μεριά τους κουβαλώντας τους πόθους των αλλωνώνε.

Χριστούγεννα

Ανασκάλεψε τις φλόγες με τη μασιά κι έβαλε ακόμα ένα κούτσουρο στη φωτιά. Ύστερα ξανάβαλε πάνω τη μεγάλη κατσαρόλα. Άνοιξε το καπάκι και με μια κουτάλα ανακάτεψε το αχνιστό περιεχόμενο. Την ξανασκέπασε, τράβηξε κοντά στη σόμπα την καρέκλα του κι έχυσε λίγο κρασί στο ποτήρι του. Το κατέβασε με γεμάτες γουλιές κι έβγαλε να ανάψει τσιγάρο. Ξάφνου αφουγκράστηκε στο μακρινό βάθος. Πνιχτές φωνές. Όπως κάθε βράδυ. Μήνες τώρα. Έτσι και σήμερα. Ένα δάκρυ κύλησε στο σκαμμένο του πρόσωπο. Σήκωσε το βλέμμα για να αντικρύσει μια φωτογραφία στον απέναντι τοίχο.

contact