Την πολύ καλησπέρα μου ..
Όπως το αναγράφει και ο τίτλος, η δεύτερη μου βόλτα, ήτανε στη Σαλαμίνα (όταν σας λέω ότι θα φτάσω κάποια στιγμή στην Ραφήνα δε με πιστεύετε).
«Σάντα Μπάρμπαρα»-Σαλαμίνα.
Ανηφόρες – Μήτσος: 5 – 0
5-0 όπως η Χαβάη. Χαβάη είπα;; πια «Χαβάη» και ποιους «άγγελους του Τσάρλι»;;;
εδώ τα είδα όλα. Ακόμη και αστεράκια ..
Ξεκίνησα λοιπόν το πρωί της προηγούμενης Κυριακής κατά τις δέκα (-10) παρά τέταρτο για μία κοντινή βόλτα. Είχα στο νου μου το «Μπαρουτάδικο» (Αιγάλεω), όπως ακριβός μου είχανε πει οι «συμφορουμιστές» μου στο άλλο ποστάκι. Και είπα να πράξω αναλόγως.
Καθώς κατέβαινα την Ιερά οδό, να το κινητό που καλεί.
Στην άλλη άκρη της γραμμής, ο φίλος μου ο Αντώνης (είς «Σαλαμίς πλέις») ..
Αντώνης: «έλα Μήτσο .. που σε πετυχαίνω λεβέντη μου;»
Μουά (ή Μήτσους): «έλα παλικάρι μου. Όλα καλά;; είμαι κοντά στο Μπαρουτάδικο. Χρειάζεσαι κάτι;; »
Α: «βρε συ, δεν είπαμε να ψήσουμε τα κρεατικά μας και να φάμε παρεούλα με την οικογένεια;; »
Χμμμμ το είπαμε; Έχω και τον γερμανό αξιωματικό βλέπετε .. τον πως τον είπαμε; Ααα ναι .. Αλσχάημερ.
Μ: «Το είπαμε;; » ρωτώ.
Α: «α καλάάά .. εσύ και ο γερμανός σου! Τι λέγαμε την Πέμπτη; Λοιπόν σε υπολογίζω και βάζω τώρα τα κάρβουνα. Άντε ξεκίνα σιγά σιγά..»
Μ: «μααα..»
Α: «δεν έχει «μαααα» »
Μ: «οκ» λέω και κλείνουμε.
Σκέπτομαι ότι, απλά, θα ανέβω την μεγάλη ανηφόρα της Ιεράς οδού, και από εκεί θα ανέβω την ανηφόρα του σπιτιού, για να αφήσω το ποδήλατο και να πάρω το αμάξι. Αλλά και μόνο με την σκέψη, για όλες αυτές τις ανηφόρες, και τον χρόνο που θα χάσω να τις ανέβω (μιας και τις ανεβαίνω ποδαράτος, για να μην ζορίζουμε –ακόμη τουλάχιστον- τα γόνατα) κατέληξα να κάνω μια προσπάθεια με το IDEALάκι μου, η αλλιώς «Λάκι» όπως το ονόμασα.
Με λίγο ζόρι ανέβηκα προς την Ελευθερίου Βενιζέλου και κούτσου κούτσου έφτασα στην Γρηγορίου Λαμπράκη. Ωραία μέρα. Πρώτη στάση για ξεκούραση και νερό, αμέσως μετά τις φυλακές. Δεύτερη στάση, λίγο πριν την μεγάλη κατηφόρα προς την «Περάματος» (αν την λέω σωστά) και, φυσικά, μία τρίτη και τελευταία στάση λίγο πριν το φέρυ στο λιμάνι.
Ιδρωμένος όπως δεν λέγεται, περιμένω να περάσω στην απέναντι πλευρά. Να πάλι το κινητό. Ο γνωστός (αλλά άγνωστος για εσάς) Αντώνης.
Αντώνης: «που είσαι βρε Μήτσο;; »
Μήτσος: «στο καράβι»
Α: «μα καλά έχει τόση κίνηση;;»
Μ: «όχι ιδιαίτερη αλλά, είμαι με το ποδήλατο»
Α: «άντε ρε θηρίο. Πλάκα με κάνεις τώρα, έτσι;; »
Μ: «όχι βρε σε λέω»
Α: «να έρθω να σε πάρω με το αμάξι;; »
Μ: «μπααα θα τα καταφέρω πιστεύω.. »
Α: «τι θα καταφέρεις βρε Μήτσο;; ξέρεις πόσα χιλιόμετρα είναι το σπίτι από το λιμάνι;; »
Μ: «εεεεε όχι δεν ξέρω»
Α: «τότε έρχομαι να σε πάρω»
Και έτσι κλείνει η κουβέντα μας στο καράβι. Ευτυχώς που ήρθε να με παραλάβει στο λιμάνι. Αλλιώς θα έπρεπε να κάνω άλλα δέκα (10) χιλιόμετρα έως το σπίτι του.
Οι μπριζόλες ήτανε τέλειες!! Τα λουκάνικα, άψογα!! Τα υπόλοιπα φαγητά απλά σούπερ. Η παρέα ΤΕΛΕΙΑ! Και μετά από την ξεκούραση και το φαγητό .. τι έχουμε;;; ναι καλά το σκέπτεστε .. την επιστροφήήήή ..
Λοιπόν για να μην μακρηγορώ θα σας πω απλά ότι: για να πάω έκανα γύρο στις δύο (2 +) και κάτι ώρες και για τον γυρισμό, τρείς (3 +) και κάτι. Στην ουσία το βαρύτερο σημείο ήτανε οι ανηφόρες (Γρηγορίου Λαμπράκη, κάποιες άλλες που δεν τις γνωρίζω + Κύπρου (Αγία Βαρβάρα)). Έφτασα σπίτι μισοπεθαμένος. Ένα καλό μπανάκι και βούρ στο κρεβάτι.
«δεν το ξανακάνω .. δεν το ξανακάνω .. δεν το ξανακάνω .. ΔΕΝ ΤΟ ΞΑΝΑΚΑΝΩ» έλεγα μέχρι που οι σφυγμοί μου επανήλθαν στο φυσιολογικό τους και με πήρε ο ύπνος.
Τρίτη Βόλτα:
Προχθές πήγα «επιτέλους» στο Μπαρουτάδικο. Δεν γνώριζα ότι ήτανε τόόόσο μεγάλο. Είδα ανθρώπους να κάνουν περπάτημα, τρέξιμο, άλλοι παίζανε μπάλα, τένις, κάποιοι κάνανε ποδήλατο, άλλοι φιλιόντουσαν (ωραίος που είναι ο έρως .. ), άλλοι παίζανε ντάμα και σκάκι και άλλοι, απλά ρεμβάζανε. Το πιο όμορφο όμως, ήτανε κάποιες απίστευτα όμορφες υπάρξεις οι οποίες απλά δίνανε μια άλλη πινελιά στα πονεμένα μου πόδια. Και μόνο για το θέαμα, δεν ένιωθα τους πόνους μου. Θα ξαναπάω .. για την βόλτα φυσικά.
Καλές πεταλιές