Ο Εκπαιδευτής

Οι ρόδες έσχιζαν το νερό στις λακκούβες και ο εκπαιδευτής μουγκάνιζε αγκομαχώντας να ανέβει την ανηφόρα. Δεν ήταν κανονικός εκπαιδευτής σε κανέναν. Το παρατσούκλι του το έβγαλε η μαρίδα μια Κυριακή που πήγε να πέσει από το ποδήλατο. Το είχε φορτώσει με χόρτα και σε μια ξαφνική μετατόπιση του φορτίου, με μια μαγική κίνηση και ένα δυνατό μουγκρητό το υπέταξε. Κοίταξε τα παιδιά και έφυγε χαμογελαστός. Από τότε για τα παιδικά τους μάτια αυτός ήταν ο Εκπαιδευτής. Ο υπέρτατος Εκπαιδευτής!

Το πραγματικό του όνομα ήταν Ανέστης αλλά κανείς δεν το ήξερε. Ο Εκπαιδευτής υέγραφε πάντα με σταυρό και ήταν μουγκός. Κανείς δεν είχε τρόπο για να μάθει πως τον λένε εκτός από τη γυναίκα του που τον φώναζε ζώον.

Παράξενη μορφή ο Εκπαιδευτής απάνω στην Ματίνα. Αδύνατος, ξερακιανός με ένα παλιό αλλά καθαρό παλτό. Σαν ιππότης της αποκάλυψης. Η Ματίνα, ένα παλιό ποδήλατο raleιgh Άγγλου ταχυδρόμου που είχε ξεμείνει από τον πόλεμο είχε πάρει ζωή στα χέρια του. Στο λαιμό της είχε δέσει μια αποκριάτικη μάσκα γάτας, μια μάσκα που έμοιαζε καταπληκτικά με μια κεραμιδόγατα που είχε μικρός. Τη Ματίνα.

Η Λουκία ήταν η γυναίκα του εκπαιδευτή. Καμιά άλλη δεν θα μπορούσε να είναι γυναίκα του Εκπαιδευτή. Σκληρή και απάνθρωπη που του έκανε τη ζωή ποδήλατο. Θα έλεγε κανείς πως στον πόλεμο ήταν μαζί με τα Ες Ες! Στρατηγό την φώναζαν στη γειτονιά.

- Που είσαι ρε ζώον δε σου είπα στις 7 να είσαι στο σημείο;
- Μουγκρ ( στον κώδικά του εκπαιδευτή το ένα μουγκρ σήμαινε ναι το δύο όχι).
- Βρε άι στα αρχίδια μου (από το αί γαμήσου και το στα αρχίδια μου), όλα μόνη μου πρέπει να τα κάνω.

Ο εκπαιδευτής χαμήλωσε τα μάτια. Δεν μούγκρισε. Μονάχα πετάχτηκε η φλέβα του κάτω από το αριστερό του μάτι. Πήρε τη Ματίνα και έφυγε. Δεν είχε που να πάει, απλά έφυγε…
Το βράδυ γύρισε αργά, όσο πιο αργά μπορούσε. Η Λουκία κοιμόταν. Ροχάλιζε. Ο εκπαιδευτής ένοιωσε δυσφορία. Πνιγόταν. Δεν έκλεισε μάτι… Όλο το βράδυ το πέρασε δίπλα στη Ματίνα του κοιτώντας τη μέσα στις τρύπες των ματιών της. Η Ματίνα ήταν το μόνο πλάσμα που τον αγάπησε. Αγκάλιασε το ποδήλατο. Μόνο νωρίς το πρωί τον πήρε για λίγο ο ύπνος. Ξύπνησε απότομα από την υγρασία και το κρύο. Η Λουκία τον έλουσε με ένα κουβά νερό.

Σήκω ρε καταραμένε! Σήκω ρε ποντίκι. Τράβα να μου πάρεις Τσιγάρα ρε ζώον! Τι κάνεις εδώ ρε ανώμαλε; Τι Ματίνα πηδάς; Ου να μου χαθείς! Κοίτα ρε έναν άντρα…

Ο εκπαιδευτής σηκώθηκε. Αργά, χωρίς να βιάζεται. Την κοίταξε στα μάτια. Για πρώτη φορά μετά από χρόνια την κοίταζε μέσα στα μάτια. Ένα δευτερόλεπτο αργότερα η Λουκία ήταν λιπόθυμη στο πάτωμα. Δίπλα της τα δύο μπροστινά της δόντια. Ο εκπαιδευτής σήκωσε το βλέμα του ψηλά. Βάρεσε μια προσοχή και χαιρέτισε στρατιωτικά. Μούγκρισε. Πήρε τη Ματίνα και έφυγε…. Κανείς και ποτέ δεν τον ξαναείδε από τότε.

Η Λουκία εκπαιδεύτηκε!
+
Ο Εκπαιδευτής

Αξιολόγηση: 
0
Η αξιολόγηση σας: Κανένα
0
0 ψήφοι
slayerarg
Εικόνα slayerarg
Απών/απούσα

ΜΟΥΓΚΡΡΡΡΡΡ!!!!!
Κατι σα deja vu επαθα!!! Δινω 5 stars^^^

Εισέλθετε στο σύστημα ή εγγραφείτε για να υποβάλετε σχόλια