Να σας πω μια ιστορία...

Να σας πω μια ιστορία. Αληθινή πέρα για πέρα. ‘Ασχετη με το ποδήλατο, αλλά, είπα να την μοιραστώ μαζί σας.

Πάσχα του2009. Γυρνάμε απ΄το νησί εκεί γύρω στις οκτώ το βράδυ, φτάνουμε στον Πειραιά και μπαίνουμε σ’ ένα ταξί για να πάμε Καλλιθέα. Ο εξάχρονος γιός μου κάθεται στο πίσω κάθισμα με την γυναίκα μου και κρατάει στα χέρια του μια μικρή τσάντα πλάτης με τον Μπόμπ τον Μάστορα, που έχει μέσα μερικά παιχνίδια.

Φτάνουμε, κατεβαίνουμε και μέσα στην φούρια της αποβίβασης ο πιτσιρικάς ξεχνάει την τσάντα με τα παιχνίδια στο πίσω κάθισμα. Το ταξί φεύγει, σε δευτερόλεπτα μέσα αντιλαμβανόμαστε τί έχει γίνει και αρχίζει η τραγωδία. Ο μικρός είναι απαρηγόρητος και σκαρφιζόμαστε χίλια δυό τεχνάσματα για να ξεχαστεί και να δούμε πώς θα τα μπαλώσουμε.

Σιωπηρά, για να γλυτώσω ακείνη την αρνητικότητα που θα εισέπραττα αν έλεγα πως θα ψάξω να βρω τον ταξιτζή, αποφασίζω να κατέβω την επόμενη μέρα στο λιμάνι και να δω αν καταφέρω να τον γνωρίσω. Θυμάμαι πως έχει ένα ΤΟΥΟΤΑ CARINA, έχουμε πιάσει και λίγο την κουβέντα και ξέρω πως τον λένε Γιώργο και αυτό είναι όλο.
Φτάνω στο λιμάνι, παρκάρω και ψάχνω να τον βρω. Πραγματικά, είναι στην σειρά των ταξί που περιμένουν το ίδιο καράβι, την ίδια ώρα.

Μόλις με βλέπει με θυμάται,
«Έλα» μου λέει «Εσένα δεν είχα πάρει κούρσα χτες το βράδυ; Τί έγινε;». Τού εξηγώ τί έχει συμβεί.
«Πώ, πω» λέει, «Λοιπόν, άκου να σου πω. Μετά από σένα πήραμε κούρσα, τρία ταξί μαζί, μια παρέα με τρεις κυρίες και καμμιά δεκαριά παιδιά από την Μήλο που πηγαίναν εκδρομή και βγαίνοντας το βρήκε η μία κυρία, νόμισε πως ήταν καποιανού παιδιού και το πήρε».

Σπάζομαι. Λέω, δεν πειράζει, ό,τι μπορούσα τουλάχιστον τόκανα. Δεν προφταίνω, να πω ευχαριστώ και να γυρίσω να φύγω και μου λέει
«Στάσου! Έχεις αυτοκίνητο μαζί;»
«Έχω».
«Περίμενε! Πάω μια κούρσα μέχρι Χατζηκυριάκειο και θα σε βρώ μπροστά στο γκρίζο κτίριο που βλέπεις εκεί πέρα, να πεταχτούμε εδώ δίπλα, που τους άφησα» και μου δείχνει το σημείο.
«Μα να μη σε βγάλω απ τη δουλειά σου» του λέω.
«Τί λες τώρα!» απαντάει «Σιγά τον κόπο! Κρίμα είναι, το παιδάκι...» Δεν πιστεύω αυτό που ακούω. Κάνω όπως μου λέει και περιμένω μέσα στο αυτοκίνητο.

Μετά από κανένα δεκάλεπτο εμφανίζεται, μου κάνει νόημα, τον ακολουθώ και μετά από δυό-τρία χιλιόμετρα φτάνουμε σε έναν πεζόδρομο, κάπου στην Κοκκινιά.
«Εδώ τους άφησα. Άντε γειά!» μου λέει, και κάνει να φύγει.
«Ρε Γιώργο» προλαβαίνω να πώ «Να κεράσω έναν καφέ» και κάνω να του βάλω ένα πεντάευρω στο χέρι.
«Δεν είσαι καλά!» απαντάει «Βρές τα παιχνίδια και όλα είναι καλά! Άντε γειά!» και φεύγει. Σοκ. Η μόνη λέξη που μου πάει.

Μπαίνω στο ψιλικατζίδικο στην γωνία. Γέρος, ταλαιπωρημένος ο ψιλικατζής.
«Χτες βράδυ μήπως είδατε που ήρθαν γύρω στις εννιά κάτι ταξί με καμμιά δεκαπενταριά παιδάκια από τη Μήλο;» Με κυττάζει.
«Ναι, ήρθαν κάτι παιδιά. Άμα ήτανε από τη Μήλο πρέπει να είναι η κόρη του Σταμάτη εδώ δίπλα. Γιατί τους ψάχνεις όμως;».
Του εξηγώ και σηκώνεται, με οδηγεί σε μια πόρτα στον πεζόδρομο και χτυπάει το κουδούνι. Ανοίγει ένας καλοστεκάμενος εβδομηντάρης «Παρακαλώ;»
«Ρε συ Σταμάτη» απαντάει ο ψιλικατζής «σε σένα ήρθαν τα παιδιά χτες το βράδυ, ήταν λέει από τη Μήλο και σκέφτηκα εσένα».

Ο Σταμάτης με κυττάει, του εξηγώ εν συντομία τί έχει συμβεί. «Όχι, δεν ήρθε κανείς σε μένα». Αδιέξοδο. Λέω, για δεύτερη φορά, δεν πειράζει και μέχρις εδώ που φτάσαμε μεγάλη υπόθεση ήταν, τους ευχαριστώ για το ενδιαφέρον και κάνω να φύγω, οπότε από την άκρη του δρόμου σκάει μύτη η σύζυγος του ψιλικατζή.
«Όχι στον Σταμάτη. Εδώ δίπλα στης Δήμητρας ήρθανε!» λέει.
«Ααα! Στης Δήμητρας!» λέει ο κυρ-Σταμάτης. «Ναι, μάλιστα. Είναι μια κοπέλα εδώ δίπλα από τη Μήλο, η Δήμητρα η Σταματάκη (το επώνυμο δεν είναι αυτό φυσικά) που έχει σπίτι, μα δε μένει ποτέ εδώ. Πάμε να δούμε.»

Ευχαριστώ τους άλλους δύο ηλικιωμένους και εντελώς κομπλαρισμένος ακολουθώ τον κύριο Σταμάτη που βγαίνει στον δρόμο, στρίβει σε έναν άλλον πεζόδρομο και βρίσκει μια πόρτα. «Εδώ είναι το σπίτι, αλλά φαίνεται ότι λείπει... Δουλεύει στο ΙΚΑ της Μήλου και πηγαινοέρχεται. Δεν προσπαθείς να βρεις κανένα τηλέφωνο..;»

Τι να σας πω τώρα. Έχω φτάσει πολύ κοντά στην λύση, έχω συναντήσει τους πιό απίστευτους ανθρώπους, έχω πάρει ένα μάθημα για μια ολόκληρη ζωή και όλα αυτά για τέσσερα χελωνονιντζάκια και ένα λούτρινο σκυλάκι δαλματίας.

Την επόμενη ημέρα, από την δουλειά παίρνω τηλέφωνο στο ΙΚΑ της Μήλου και ζητάω την Κα Δήμητρα Σταματάκη. Ευγενέστατη η κυρία στην άλλη άκρη της γραμμής. «Δήμητρα Σταματάκη; Δεν έχουμε εδώ καμμία Δήμητρα...». Καταρρέω. Σκέφτομαι πως όλο αυτό δεν πρόκειται να το πω ποτέ σε κανέναν, θα το κρατήσω για μένα για να έχω τη γεύση όλου αυτού που έζησα.
«Ευχαριστώ πολύ» λέω και ετοιμάζομαι να κλείσω, όταν η κυρία φωνάζει
«Μιά στιγμή! Σας είπανε στο ΙΚΑ; Είστε σίγουρος; Μήπως σας είπανε στο Κέντρο Υγείας; Γιατί εκεί υπάρχει Δήμητρα Σταματάκη! Γράψτε το τηλέφωνο!»

Με τους παλμούς να έχουν χτυπήσει εκατόν εξήντα, το χέρι να τρέμει, παίρνω τηλέφωνο στο Κέντρο Υγείας Μήλου. «Η κυρία Σταματάκη λείπει σε άδεια, θα είναι πίσω την ερχόμενη Δευτέρα...»

Πάω σπίτι και ίσα που καταφέρνω να κρύψω τη χαρά μου. Ο μικρός έχει ψιλοξεχάσει το συμβάν, κλαίει και κανένα βράδυ για το σκυλάκι του, τέλος πάντων, μετράω μέρες για την πολυπόθητη Δευτέρα που η κυρία Σταματάκη θα γυρίσει από την άδεια και που τελικά φτάνει, οπότε προκύπτει ένα πρόβλημα που δεν είχα φανταστεί: τί ακριβώς θα πώ στην γυναίκα αυτή χωρίς να την τρομάξω...

Βάζω με το μυαλό μου μια γυναίκα που γυρίζει στην δουλειά της μετά από άδεια, χτυπάει το τηλέφωνό της, το σηκώνει, και κάποιος που δεν γνωρίζει, της ζητάει την τσάντα του γιού του, που κατά λάθος πήρε από ένα ταξί στον Πειραιά πριν από σαράντα ημέρες..! Πέφτει ξερή ή βάζει με το νού της κάποιο παρακράτος ή το ίδιο το κράτος. Η πλάκα είναι ότι, εκείνο το διάστημα στην Μήλο υπηρετεί στο λιμεναρχείο ένας παιδικός μου φίλος, που σκέφτομαι να τον βάλω να πάει να πάρει την τσάντα! Άμα γινόταν και κάτι τέτοιο, η γυναίκα θα έβαζε με το μυαλό της φακελώματα, ασφάλειες, το HARRP, το ECHELON και ξέρω ‘γω τί άλλο...

Ξεχνάω την ιδέα αμέσως, κάνω τον σταυρό μου και παίρνω τηλέφωνο. Η στιγμή είναι δύσκολη. «Καλημέρα σας. Την κυρία Δήμητρα Σταματάκη θα ήθελα, παρακαλώ...»
«Η ίδια...»
«Κυρία Σταματάκη, μην τρομάξετε, αλλά, είμαι ο πατέρας του παιδιού που κατά λάθος πήρατε την τσάντα του από το ταξί εκείνο το βράδυ που φτάσατε από την Μήλο στον Πειραιά...» Και ξαφνικά, ζω το απόλυτο κενό... Λέω, πάει, την σκότωσα τη γυναίκα...
«Ναι...» ψελλίζει με μια φωνή που βγαίνει από τον πάτο του πηγαδιού. Της εξηγώ αναλυτικά πώς έφτασα ως αυτήν. Ηρεμεί, αλλά, παραμένει σαστισμένη. Την τσάντα την έχουν, την πέρασαν για τσάντα κάποιου παιδιού από το γκρουπ και θα μου την στείλει την ερχόμενη Παρασκευή με την κόρη της που ανεβαίνει στην Αθήνα για μια εκδρομή.

Τα υπόλοιπα είναι λεπτομέρειες. Πώς πήγαμε στον Πειραιά και πήραμε το τσαντάκι του πιτσιρικά, πώς αγκάλιαζε την τσάντα του, πόσο δύσκολο ήταν να πιστέψει αυτό που είχε συμβεί. Η γυναίκα μου δεν μου συγχώρεσε το ότι την είχα αφήσει απ΄έξω απ΄όλο αυτό, αλλά, ειλικρινά, δεν θα άντεχα την επιπλέον απογοήτευση και τις προτροπές να τα παρατήσω σε κάθε στράβωμα που θα τύχαινε.

Μετά δυό μέρες κατέβηκα στον Πειραιά, βρήκα τον Γιώργο και του είπα την ιστορία. Νάναι καλά, όπου κι΄αν είναι.

Η πλάκα είναι ότι, τρεις μέρες μετά την απώλεια, γύριζαν κάποιοι συγγενείς που έλειπαν και ΄κείνοι για Πάσχα, οπότε, πήγα στο λιμάνι να τους πάρω παρέα με τον γιό μου, που ήθελε νάρθει μαζί. Μέσα σ’ όλο το νταβατούρι, λοιπόν, και ενώ το καράβι αράζει και ψάχνω να τους βρω μέσα στο πλήθος που βγαίνει, ο μικρός εντοπίζει τον Γιώργο τον ταξιτζή κι΄αρχίζει να φωνάζει «Να! Μπαμπά, να ο κύριος που μας πήρε προχτές το βράδυ!», εγώ έχοντας ήδη μιλήσει με τον Γιώργο και μη θέλοντας, με τον φόβο μιας ακόμη απογοήτευσης να αποκαλύψω τί έχω κάνει, του λέω πως, δεν είναι αυτός και απλώς του μοιάζει.

Στο τέλος, λοιπόν, της όλης επιχείρησης και αφού έχουμε πάει στο σπίτι, ο μικρός έχει ηρεμήσει και τρώει βραδυνό, γυρίζει και ρίχνει την ερώτηση: «Τελικά, μπαμπά, εκείνος που σου είχα δείξει δεν ήταν ο ταξιτζής που μας είχε πάρει..;» Κάγκελο ο μπαμπάς...

Αξιολόγηση: 
0
Η αξιολόγηση σας: Κανένα
0
0 ψήφοι
pahisjon
Εικόνα pahisjon
Απών/απούσα

Μικρός ο κόσμος
και υπέροχος ενίοτε

Pegbolite
Εικόνα Pegbolite
Απών/απούσα

Απήστευτη ιστορία, και όμως αληθινή. Είναι κάτι που δεν συμβαίνει κάθε μέρα! Και είναι και άνθρωποι τους οποίους δεν βλέπεις κάθε μέρα!

κωστάνζα
Εικόνα κωστάνζα
Απών/απούσα

Όφιε, τούτην την ιστορία απόλαυσα! Αυτά που γράφεις βλέπω μπροστά μου, ακούω τις κουβέντες και χαίρομαι πολύ· ζητούνε όσοι βοηθούσανε!

Vale
Απών/απούσα

Σε μένα δεν άρεσε η ιστορία, καλέ μου φίλε ofios.

-Τα παιχνίδια θα τ' άφηνα να ταξιδέψουν κι όπου πήγαιναν, τους έχω τυφλή εμπιστοσύνη -από σπόρος ακόμα.
Τυχερά -μες στην ατυχία τους- όλα τα παιδιά που δεν είχαν τη χαρά να έχουν παιχνίδια, να μπορούν να τα σπάσουν για να δουν τι έχουν μέσα. Μόνο να φτιάχνουν δικά τους, με κουτάκια από βιξ, ασπιρίνες, σπασμένα μανταλάκια, λίγο κορδόνι και κάθε λογής πράμα, ξεχασμένο και το ένα και το άλλο.
Επίσης δε μ' άρεσε η ατυχία σου. Να περάσεις ξυστά απ΄ τη νεραϊδοχώρα και να μη δουν τα μάτια σου πράματα και θάματα. Και όλα πολύχρωμα.

Δεν πειράζει. Την επόμενη φορά, με τα οφιάκια σου.

Φιλιά μες στα μούτρα.

ofios
Απών/απούσα

Ξέρεις, καμμιά φορά, θες να νιώσεις πως έχεις δύναμη να διορθώσεις κάτι, όσο μικρό κι΄αν είναι. Θες να δεις εκείνο το ΤΕΡΑΣΤΙΟ χαμόγελο του γιού σου να καλύπτει όλο το οπτικό σου πεδίο. Το αγοράζεις όσο-όσο...

Μα πιό πολύ, την ιστορία την έβαλα γιατί ήταν η πρώτη φορά που συναντούσα τέτοιους ανθρώπους!
Μπορεί νάχει να κάνει με την γενιά, μπορεί πάλι με την συνοικία, δεν ξέρω.
Από 'κείνη τη μέρα όμως, δεν ξαναχρησιμοποίησα ποτέ την λέξη "ταρίφας".

Μυστήρια τρένα όλοι μας.

Τον τελευταιο μήνα ανακάλυψα μια άλλη φράση που με βοηθάει να ξεπερνάω την μικροπρέπειά μου, ξένη αυτή, και δεν αποδίδεται καλά στα ελληνικά: Live and let live...

Άβε και μα τον Δία.

Vale
Απών/απούσα

Ξέρω, καμιά φορά, και οι δυνατοί λυγίζουν.

Αν θες τη γνώμη μου.
-Εσύ δεν έχεις ανάγκη να διορθώνεις τίποτα τέτοιο. Αυτό θα στο πουν καλύτερα, όταν τα μικρά θα είναι έτοιμα να διαβάσουν τον υπέροχο μπαμπά τους.

Ουγκ.

Morfeas
Απών/απούσα

...αυτό μόνο.

Φιλιά, φίλε.

Εισέλθετε στο σύστημα ή εγγραφείτε για να υποβάλετε σχόλια