Για πές...

Ο Καναπές έχει κάνει γούβα. Τα μαξιλάρια έχουν αρχίσει και «σπάνε». Το ποντίκι και το πληκτρολόγιο γυαλίζουν στα σημεία επαφής με τα δάχτυλα. Τριγύρω χαρτιά πεταμένα, υποχρεώσεις εκπληρωμένες και σε εκκρεμότητα αλληλεπικαλύπτονται σ’ έναν σωρό ανάμικτων συναισθημάτων.
Το κρύο έξω από το τζάμι είναι για να φέρνει την εικόνα εκείνων χωρίς ρεύμα. Ο βαθύς αναστεναγμός δεν αφορά αυτωνών τον πόνο, μα εκτονώνει τον φόβο μή φτάσουμε και ‘μεις ως εκεί.

Μα στο Μέγαρο έχει Χριστουγεννιάτικη Συναυλία, η Βιεννη έρχεται κοντά μας με ένα υπέροχο, Κωσταλικής προφοράς ensemble, και στο Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού έχει ένα σωρό εκδηλώσεις για να πας τα παιδιά τίς μέρες των διακοπών. Πόσο Μειζων είναι τελικώς αυτός ο ελληνισμός που αφήνει έξω τα παιδάκια που δεν χωράνε να περάσουν από την τρύπα του εισιτηρίου και πόσο Ελληνισμό παράγει τέλος πάντων αυτό το Ίδρυμα...

Τα άλλα παιδάκια, τα «λαϊκά», θα φάνε τις μέρες τους καταπίνοντας τα σκουπίδια του Nickelodeon και βλέποντας ΜΠΡΟΥΣΚΟ μαζί με την γιαγιά και τον παππού. Η μαμά θα δουλεύει στο σουπερμερκάτο μέχρι και τις δέκα την παραμονή της Πρωτοχρονιάς κι΄ο μπαμπάς θα σκύβει όλο και χαμηλότερα για να χωρέσει να περάσει κάτω από τον καβάλο του αφεντικού του.

Η νονά ή κάποιος πλούσιος συγγενής θα φέρει δώρο στο παιδί το παληό playstation του κανακάρη τώρα που βγήκε το καινούργιο κι΄έτσι η μονοτονία θα σπάσει με την εικονική εκτόνωση μιας νεότητας που περνάει απαρατήρητη.

Τα χειρότερα απογεύματα του έτους, το απόγευμα των Χριστουγέννων και το απόγευμα της Πρωτοχρονιάς, θ’ αρχίσει να επιστρέφει ο εφιάλτης της πραγματικότητας, τα Τρία Τροϊκάκια θα γυρίσουν στις οθόνες, τα διεσταλμένα ρουθούνια του ενός θα είναι εξίσου μισητά με την κοκορόφατσα του άλλου και θα φταίνε αυτοί για το ότι ο καναπές έχει κάνει γούβα, το πληκτρολόγιο γυαλίζει και το παιδί μας έχει καταντήσει απλός συγκάτοικος.
Ή έτσι κι΄αλλιώς θα καταλήγαμε εκεί..;

Categories: 
Αξιολόγηση: 
0
Η αξιολόγηση σας: Κανένα
0
0 ψήφοι
tkant
Εικόνα tkant
Απών/απούσα

.........

BookLuv
Εικόνα BookLuv
Απών/απούσα

...καλέ μου Όφιε,
κάπως έτσι δυστυχώς.
Μόνο που το κρύο είναι μέσα από το τζάμι,
δεν το βλέπουμε σαν σε καρτ-ποστάλ,
το νιώθουμε , όσοι δεν έχουμε τζάκια και κούτσουρα,
ή μήπως ντρεπόμαστε να το πούμε;

Υ.Γ. ο καναπές, τυχαία με κεφαλαίο
ή ερμηνεύεται σημειολογικά;

ofios
Απών/απούσα

Τυχαία, αλλά μαλλον σωστός μου προέκυψε ο Βασιλεύς Καναπές!

κωστάνζα
Εικόνα κωστάνζα
Απών/απούσα

Όφιε, μπράβο σου!

Automation
Εικόνα Automation
Απών/απούσα

Τώρα να σε πω τζόγια μου (σήμερα γιορτάζει και η Κέρκυρα, να μην το ξεχνάμε) πως καλά τα λες, αλλά δεν λες το γιατί έγιναν έτσι τα πράγματα; Το ταληράκι (5 αστέρια ντε) στο έβαλα (για να μην κλαις, άσχετα που δεν θα έκλαιγες, αλλά χαλάλι σου βρε).
Αν σου πω πως ξέρω το λόγο τι θα πεις; Πως όλοι τον ξέρουμε; Κι αν τον ξέρουμε όλοι γιατί τίποτα δεν κάνουμε ωρέ παλουκάρια;
Είναι 1993. Υπηρετώ τη στρατιωτική μου θητεία σε στρατόπεδο της Πελοποννήσου. Δεν έχω βύσμα γιατί το επίθετό μου δεν τελειώνει σε -όπουλος. Στην πλατεία του στρατοπέδου υπάρχει μεγάλη μαρμάρινη επιγραφή που αναφέρει: «ΕΙΣ ΟΙΩΝΟΣ ΑΡΙΣΤΟΣ ΑΜΥΝΕΣΘΑΙ ΠΕΡΙ ΠΑΤΡΗΣ». Έρχεται στο πλάι μου ένας «παππούς» που στα 29 του είναι φαντάρος και έχει ασπρίσει αρκετά ήδη το μαλλί. Με βλέπει που κοιτάζω την επιγραφή. Μου λέει πως δεν το έχουν γράψει καλά. Τον ρωτάω τι εννοεί και μου λέει πως στο τέλος έπρεπε να λέει «...ΠΕΡΙ ΠΑΡΤΗΣ (ΣΑΣ)».
Έμεινα μαλάκας...αν και δεν απείχα πολύ πίσω από τα 29 έτη του «παππού», ήμουν μικρός (και αθώος) ακόμα.
Κι όμως, υπήρξαν κι άλλες εποχές από τις σημερινές και κάπου προλάβαμε να πάρουμε μυρωδιά κι εμείς:

Χριστούγεννα 1960
Αθήνα, Χριστούγεννα 1960.

.
.
.
Κι εκεί που ήμουν έτοιμος να πατήσω την «Αποθήκευση», είδα αυτό και είπα πως αξίζει να το διαβάσω (διαβάστε το κι εσείς). Κι έκατσα και έβαλα ακόμα μερικές «φωτογραφίες» της εποχής:

Γελοιογραφία

ΤΑ ΝΕΑ 1960

georgevr
Απών/απούσα

εγώ, θα προσπαθήσω να αντιδράσω.

καλές γιορτές!

Ainastros
Απών/απούσα
Wicca
Απών/απούσα

ofios wrote:
[...]

Τα χειρότερα απογεύματα του έτους, το απόγευμα των Χριστουγέννων και το απόγευμα της Πρωτοχρονιάς, θ’ αρχίσει να επιστρέφει ο εφιάλτης της πραγματικότητας, τα Τρία Τροϊκάκια θα γυρίσουν στις οθόνες, τα διεσταλμένα ρουθούνια του ενός θα είναι εξίσου μισητά με την κοκορόφατσα του άλλου και θα φταίνε αυτοί για το ότι ο καναπές έχει κάνει γούβα, το πληκτρολόγιο γυαλίζει και το παιδί μας έχει καταντήσει απλός συγκάτοικος.
Ή έτσι κι΄αλλιώς θα καταλήγαμε εκεί..;

Μπαρδόν??;;;???

Τα Τροικάκια φταίνε που ο καναπές έχει κάνει γούβα ή μήπως οι κώλοι μας που έκαναν γουβωτούς τους καναπέδες φταίνε τελικά για τα Τροικάκια;

Εκτός αν το κατάλαβα λάθος αυτό που έγραψες.

ofios
Απών/απούσα

Η τελευταία φράση λέει αυτό ακριβώς: είχαμε ήδη γίνει σκατά, απλώς, συμπληρώνω, τώρα στένεψε ο δρόμος και δεν γυρίζει πίσω.

Wicca
Απών/απούσα

ofios wrote:
Η τελευταία φράση λέει αυτό ακριβώς: είχαμε ήδη γίνει σκατά, απλώς, συμπληρώνω, τώρα στένεψε ο δρόμος και δεν γυρίζει πίσω.

Δεν φταίνε τα Τροικάκια που στένεψε ο δρόμος. Εμείς φταίμε γιατί αν εκ πρώτης είχαμε αξιοποιήσει ότι χρήμα πέρασε από την χώρα δεν θα είχαν έρθει τα Τροικάκια, και
2ον/ αν δεν τα γουστάρουμε ας σηκωθούμε από τον καναπέ μας να τα διώξουμε.

Επίσης αν δεν γουστάρουμε τις κυβερνήσεις που έχουμε, τότε δεν τις ψηφίζουμε. Αλλά εδώ έγινε το αντίθετο.
Τον προηγούμενο Ιούνιο οι κυβερνώντες μας είχαν πει "Ναι σε όλα" και τον Αύγουστο οι διαμαρτυρόμενοι τώρα καναπεδάτοι, πήγαν και τους ψήφισαν.

Άρα συνέβησαν τα εξής: Είτε ενέκριναν το "Ναι σε όλα" είτε έπαθαν αμνησία μέσα σε δύο μήνες και δεν θυμόντουσαν τίποτα.

Μετά φταίνε τα Τροικανάκια που στένεψε ο δρόμος και δεν γυρίζει πίσω ή φταίνε αυτοί που ψηφίζουν αυτούς που μας εκπροσωπούν, που καλωσόρισαν με την σειρά τους την Τρόικα;

Εσείς τι λέτε;;

georgevr
Απών/απούσα

Εσένα και το κείμενό σου θυμήθηκα όταν διάβασα το παρακάτω.
Είναι πολλοί τελικά αυτοί που αγωνιούνε φίλε μου και θα πρέπει ο ένας να δίνει το χέρι στον άλλο όταν η απογοήτευση, η απελπισία και η μαυρίλα μας καθίζουν κάτω και μας γλιστρούν στην ανυπαρξία. Γιατί τέτοια καναπεδάτη ζωή δεν την θέλουμε – έτσι δεν είναι;

[Το άρθρο που οδήγησε στην παραίτηση
Ο γιος του, πρώην, πλέον αντιδημάρχου, Νίκος Βράντσης με άρθρο του στην εφημερίδα "Νέοι Καιροί" της Νάουσας, εξέφρασε με ιδιαίτερα γλαφυρό τρόπο, τον προβληματισμό του και τις σκέψεις του για την τοπική κοινωνία και την κατάσταση που επικρατεί στην πόλη.
"Ξέρετε τι μεγάλο δυστύχημα είναι να μη σου αρέσει η πόλη που αγαπάς;
Δυστυχώς εμένα μου συνέβη. Έχει πάψει να μου αρέσει αυτή η πόλη.
Δεν μου αρέσει γιατί όταν πηγαίνω στη βιβλιοθήκη της είμαι μονάχος.
Δεν μου αρέσει γιατί βλέπω αποτσίγαρα στους δρόμους πεταμένα, βλέπω τα εκπληκτικά φυσικά της τοπία βεβηλωμένα, βρώμικα.
Δεν μου αρέσει γιατί όποιον δημιουργικό άνθρωπο έχω συναντήσει, μοιάζει απαρηγόρητος, περιθωριοποιημένος και μόνος, βασανισμένος από τους ουγκολίνους, τους κανίβαλους που πίνουν, δίχως να εκτιμούν, την φαιά του ουσία.
Δεν μου αρέσει γιατί βλέπω ανθρώπους υποταγμένους στα συντηρητικά βλέμματα , μιας συντηρητικής κοινωνίας. Ανθρώπους που κυνηγούν τα λάθος πράγματα, για να κερδίσουν την εκτίμηση λάθος ανθρώπων.
Δεν μου αρέσει γιατί οι πολιτικοί μας πατριάρχες, ζήτησαν ψήφο για την αξιοπρέπεια ενός τίτλου ή μιας θέσης. Aν ξεγυμνώσεις όμως τους ανθρώπους αυτούς απ’ όλα τούτα τα αξιώματα, θα δεις ότι πολύ λίγοι θα έχουν εκείνη την ποιότητα της αξιοπρέπειας που δίνει η ελευθερία του να μην είσαι τίποτα.
Δεν μου αρέσει γιατί ο πολίτης της συνδέει την πολιτική με τους πολιτικούς.
Δεν μου αρέσει γιατί δεν βλέπω ανθρώπους να ονειρεύονται. Και όσοι το έκαναν, έχασαν τη σπιρτάδα από τα μάτια τους, γιατί προτίμησαν τη σιωπή από τη μοναξιά.
Δεν μου αρέσει η θλίψη, η μιζέρια που αποπνέει αυτή η πόλη.
Eσύ, αλήθεια, δεν ταυτίζεσαι μαζί μου;
Ίσως είσαι απλά από αυτούς που έπαψαν να μάχονται. Εκείνους τους συμβιβασμένους που από καιρό γνωρίζουν τη θλιβερή κατάσταση μα αρνούνται να τη παραδεχτούν, γιατί δεν έχουν επιλογή. Νομίζοντας πως είναι φυλακισμένοι σε μια κόλαση που είναι αδύνατον να αλλάξει, προσπαθούν να σκαρφιστούν τρόπους για να αποσπάσουν την προσοχή τους. Αντί να παλέψουν για να αλλάξουν την πόλη αυτή, μεμψιμοιρούν ή απλά μεθούν και ταξιδεύουν σε απραγματοποίητους πόθους και απωθημένα θέλω. Ίσως έπαψες να νοιάζεσαι.
Ίσως είσαι από εκείνους τους δειλούς που αρνούνται να αγκαλιάσουν το νέο, γιατί φοβούνται την κοινωνική κατακραυγή. Γιατί ξέρουν πως ως κομμάτι του παλιού, ίσως δυσκολευθούν να βρουν μια θέση στο καινούριο όταν και αν αυτό εδραιωθεί. Ακόμα και η θέση του μεμψίμοιρου στην πόλη τούτη είναι μια θέση. Μια θέση, θα έλεγα, που έχει και μια αίγλη, διότι δίνει την εντύπωση πως ο αρνητισμός κρύβει και μια αντιπρόταση, η οποία όμως στην ουσία δεν υπάρχει. Στην πραγματικότητα η θέση σου είναι μια θέση δειλίας. Η δειλία της απάθειας. Διότι αν πάψει να υπάρχει αυτό για το οποίο παραπονιέσαι, θα χάσεις την ταυτότητά σου, θα χάσεις αυτό που σου δίνει νόημα.
Εκτός αν είσαι από κείνους που γνωρίζουν το κενό τους, μα δε ξέρουν πώς να το γεμίσουν. Σε σένα χρειάζεται ένας στόχος, και μια πελώρια προσπάθεια ώστε να σε κάνουμε να πιστέψεις στον εαυτό σου, να πιστέψεις πως είσαι ικανός να αλλάξεις, έστω λίγο, τα πράγματα. Αρκεί να προσπαθήσεις.
Ίσως είσαι από αυτούς που συνεχίζουν μονάχοι, μια μάχη σιωπηλή. Μα η μάχη που δίνεις είναι για να διατηρήσεις το όνειρό σου, τον πόθο σου και τη σπιρτάδα στο δικό σου βλέμμα. Έπαψες να μάχεσαι για μια αλλαγή συλλογική. Μετά από κάθε προσπάθεια συνάντησες την αδιαφορία, την προδοσία. Και πληγώθηκες. Οπισθοχώρησες στο προσωπικό, ιδιωτικό σου χώρο, για να τον σώσεις από τη φθορά. Εσύ σίγουρα τώρα που με διαβάζεις στον ζεστό, μοναχικό και ασφαλή σου χώρο, νιώθεις μια φλόγα που ανάβει τα σωθικά σου, κατανοώντας πως υπάρχουν και άλλοι σαν εσένα, και αναζητάς τώρα τρόπο να τους συναντήσεις για να σκαρφιστείτε μαζί τα παιχνιδίσματα που θα μπορούσαν να απελευθερώσουν την οργισμένη δημιουργία που συσσωρεύατε στην σιωπή της ιδιώτευσης.
Η μικρή εσωστρεφής μας πόλη είναι μια πόλη σκληρή. Πολύ σκληρή. Μια πόλη αυτάρεσκη και αλαζονική, που εγκλωβισμένη στον μικρόκοσμό της, νομίζει πως είναι ξεχωριστή. Δυστυχώς κάνει λάθος. Για να γίνει μια πόλη ξεχωριστή πρέπει να παλέψει. Και πάει καιρός που η πόλη αυτή έχει παρατήσει τα όπλα. Πάει καιρός που η πόλη αυτή έχει παραδοθεί, διολισθαίνοντας σε μονοπάτια που πολύ εύγλωττα απεικόνισε ο Λάνθιμος στον Κυνόδοντά του.
Ζητούνται, λοιπόν επικίνδυνοι άνθρωποι, να ταράξουν τη σιωπή. Ζητούνται άνθρωποι να βάλουν ένα μεγάλο στοίχημα. Να δώσουν μια μάχη ενάντια σε συντηρητικούς «ηγέτες» και συντηρητικούς πολίτες. Ενάντια σε μια βαθιά θεμελιωμένη λογική.
Επικίνδυνοι, ανικανοποίητοι με την υπάρχουσα σήψη και παρακμή, ονειροπόλοι, θρασύτατοι και αλλόφρονες, των οποίων η ψυχή και η σκέψη βράζει. Αυτούς έχει ανάγκη η πόλη. Αυτοί πρέπει να δώσουν το παρόν. Απ’ τους υπόλοιπους ζητώ απλά να μην σταθούν εμπόδιο".]

Εισέλθετε στο σύστημα ή εγγραφείτε για να υποβάλετε σχόλια
contact