Εμείς στην σχολή κάνουμε κατάληψη. Έτσι τον είδα. Καθόμουν μαζί με τα παιδιά, όλοι μαζί. Ξέρεις: γέλια, ουρλιαχτά, χαμός, παιχνίδια, συζητήσεις που μεταξύ μας είναι το λιγότερο μέρος, χαρά, αδημονία για την επόμενη κατάληψη, για την επόμενη συνέλευση, για το αν, χαρά, ανυπομονησία, κυρίως ωραία συναισθήματα τέλος πάντων, πάνω από όλα υπάρχει το μαζί, υπάρχει το εμείς, υπάρχει το σύνολο, όχι το υποσύνολο.
Από την άλλη αυτός. Βγήκε λίγο να πάρει αέρα. Βγήκε λίγο να ξεσκάσει. Είναι αργά, μετά τις δύο και δεν τον παίρνει ο ύπνος. Ρώτησε και τον άφησαν να βγει. Ρώτησε πρώτα. Πρέπει να ρωτάει αλλιώς δεν μπορεί να βγει έξω. Εξαρτάται από άλλους. Δεν είναι ανεξάρτητος. Είναι υποσύνολο. Φοράει άσπρο παντελόνι και μπλε μπλούζα. Τα φοράει χαλαρά, να μην τον πιέζουν. Αυτό φαίνεται.
Δεν υπάρχει χειρότερο από αυτό το σκόρπισμα. Μαμά σκυλίτσα που μαζεύει τα μικρά. Αν είναι δύο είναι εύκολο. Αν είναι τρία δυσκολεύει το πράγμα. Αν πολλά αφήνει τα πιο αδύναμα στην απέξω. Αυτός δεν μπορεί. Δεν μπορεί να το κάνει. Δεν δουλεύει έτσι. Δουλεύει αλλιώς. Είναι διαφορετικός. Σίγουρα τον έχουν δείξει με το χέρι, με το δάχτυλο. Αυτό το δάχτυλο που θέλω και θέλεις να λείπει από πολλούς ανθρώπους. Και το στόμα. Πίσω από το χέρι. Ξέρεις, όταν μιλάς για τον άλλον και δεν το καταλαβαίνει. Αυτός τα κατάλαβε όλα. Πραγματικά, όλα! Όλα τα δάχτυλα, όλα τα χέρια και όλα τα στόματα. Το μόνο που δεν κατάλαβε είναι οι σκέψεις. Οι δικές του σκέψεις. Ίσως και των άλλων αλλά σίγουρα φταίει αυτός. Φταίει ναι.