Ο Λάκης
Υποβλήθηκε από fotonio στις Τετ, 22/10/2008 - 12:00.Η άνοιξη έμπαινε, τα λουλουδάκια άνθιζαν και ο Λάκης γύρναγε ποδαράτος στις πλατείες και έτρωγε ηλιόσπορο.
Ρε να μην έχω και εγώ μια ρόδα σκεφτόταν και να με τρώει ο δρόμος. Ούτε ο θεός δεν το θέλει. Και επειδή ο θεός δεν το ήθελε η ρόδα βρέθηκε και όχι μία, δύο παρακαλώ και αφύλακτες. Κοίταξε αριστερά - δεξιά, κοίταξε πάνω είπε ευχαριστώ και τις πήρε. Γράφανε και IDEAL ήταν και κόκκινο το ποδηλατάκι σωστό μπιμπελό. Με γειά μου είπε και έκανε στο πρώτο αριστερά.
Αργότερα που το κοίταζε καλύτερα, δεν του γέμισε πολύ το μάτι. Πολύ γυμνούλικο είναι μωρε αδερφέ μου σκέφτηκε. Ρε μπάς και να τ`αλλάξω; Μπα καινούριο πράμα αμαρτία. Ο Λάκης δεν έκανε ποτέ μισές δουλειές. Είχε να το λέει η μάνα του.
Λίγο πιο κάτω βρήκε ενα κλειδωμένο. Του πήρε μόνο τη σέλα. Απο άλλο πήρε τη τρόμπα, μέχρι το βράδυ το είχε κάνει full lux, μόνο τασάκι δεν του είχε βάλει γιατί δεν βρήκε. Θα πάρω απο κανα πούλμαν και θα το βιδώσω στο τιμόνι του πέρασε η ιδέα και χαμογέλασε.
Έκοβε βόλτες και καμάρωνε σαν γύφτικο σκεπάρνι. Κάπου κάπου άραζε σε κάποιο παγκάκι και το έβαζε απέναντι του και το καμάρωνε. Τώρα μάλιστα...
Το βραδάκι τον έκοψε λιγάκι η ψύχρα και κατηφόρισε μέχρι το σπίτι να ρίξει κάτι απάνω του. Μπήκε στο σπίτι έβαλε μια μπλούζα, τσίμπησε και κάτι στα όρθια και βγήκε για να συνεχίσει τη βόλτα. Πουθενά το ποδήλατο. Του ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι. Ρε τους κερατάδες! Τόσος κόπος και να πάει χαμένος. Δεν έχει η κοινωνία μπέσα τη σήμερον ημέρα είπε, πήρε το σακούλι με τους ηλιόσπορους και έκατσε στο παγκάκι της πλατείας. Η άνοιξη έμπαινε, τα λουλουδάκια άνθιζαν και ο Λάκης σιχτήριαζε που δεν μπήκε στον κόπο να αγοράσει ένα πέταλο για το ποδηλατάκι του μη του το κλέψουν.....