Μια μικρή τράπεζα όπου θα κατατίθενται τα αισθήματά μας με όποιο μέσο μας είναι αρεστό και ταιριάζει στην κάθε αναγκαιότητα των στιγμών μας. Μια συλλογικότητα αισθημάτων λοιπόν, γιατί η σιωπή και η άβυσσός της στην ξένωση μας ταξιδεύει...
Categories:
Αξιολόγηση:
0 ψήφοι
για τους τσιγκανοφέρνοντες ποδηλάτες νομάδες...
με αγγλικούς υπότιτλους... κι όσο για την περηφάνεια αρκεί να μην σμίγει με την προκατάληψη. Για την περηφάνεια σκέτη, τι να πει κανείς; Τη γράφει το κούτελό μας.
Αν δεν το’γραφε θα κάναμε στραβά μάτια....
Απαρχή κρυώματος ΠΑΛΙ!
ναι πάλι!
πάλι να πάρει η ευχή...
εμ τόσο ντάουν, πού θα καταλήξει;
από κρύωμα σε κρύωμα.
Αρχές του μήνα είχα το προηγούμενο περί τις 12 μέρες...κι ωσονούπω το νέο...
ε αυτό δεν το’χω ξαναπάθει...
Οι φίλοι μου, κάντε κανένα βουντού! κάτι τέλος πάντων...δεν ξέρω...
σ@κ@α@τ@ά! μέρντ! σητ!
τι άλλες λέξεις για καλή τύχη ξέρουμε; ρίξτε τις όλες μήπως και ισιώσω να πάρει...
Καλημέρα.
Περαστικά μας.
Είμαι από χθες...τουαλέτα. Εμετούς, διάρροια και τρελό καράτε.
Σημ. Κλείνω, άργησα τραγικά. Να δω πώς θα οδηγήσω με το μπεμπιλίνο...
ακόμα χειρότερα! περαστικά!
drowning in a river of tears...terribly hectic...bloody perfect, sunny, fresh cold morning...going on cycling down to the old ladies place...sick all of us with stupid cold....-
περαστικά σας...να προσέχετε....
...και σαν sober που είναι αντιγράφω από το νήμα της Κωστάντζας, εγώ η τεμπέλα σήμερα...με ένα σωρό να κάνω ωστόσο...το μότο της μέρας...
Για όσα δεν μπορούμε να μιλήσουμε, καλύτερα να μένουμε σιωπηλοί (Wovon man nicht sprechen kann, darüber muss man schweigen) Βιτγκενστάιν Λούντβιχ
καλημέρα κι από ‘δω...
Σ’ ακούω μικρό κοτσύφι,
σ’ ακούω,
που τραγουδάς όλη νύχτα,
μην κρύβεσαι μικρό κοτσύφι,
το τραγούδι σου,
μέσα στο κρύο,
έξω απ’ το παράθυρό μου,
όλη νύχτα,
στ’ αυτιά μου,
αυτό, το ίδιο,
το γλυκό σου τραγούδι...
ντησπάϊζεντ εντ ρητζέκτεντ οφ μεν, δε μαν οφ σόροου...ακουέϊντεντ γουΐδ γκρήηφ... (απλά επισημαίνω την προφορά της υπέροχης Kathleen Ferrier)
εικόνες και ήχοι της γειτονιάς μου
- κάνοντας βόλτα με την ΜyDoo...Μαύρος χοντρούλης χαμογελαστός σαν ήλιος, με το καρότσι του, καθώς ψάχνει τα σκουπίδια, ακούει μουσική δική του με ακουστικά στ’ αυτιά του, τραγουδάει και μισοχορεύει καθώς σέρνει το καρότσι...ανταλάσσουμε χαμόγελα, εγώ στο πεζοδρόμιο με το σκυλί, αυτός στο δρόμο δίπλα μας με το καρότσι...τρανό παράδειγμα πώς κανείς κάνει τα άθλια όμορφα...πρωΐ-πρωΐ...
- απ’ το ανοιχτό παράθυρο ο ήλιος λούζει το κρεβάτι μου, τα φύλλα της ακακίας πέφτουν μέσα κι έξω απ’ το δωμάτιο, σειρήνες εκκωφαντικές με εκατό και μηχανές της αστυνομίας τρέχουν στον άδειο δρόμο σαν αφηνιασμένα άλογα...τι να γίνεται και πού;
- οι άεργοι ταξιτζήδες πίνουν αμέτρητους καφέδες στο απέναντι καφενείο...μιλάνε πολύ ή μένουνε βουβοί πολύ...τι να κάνουν οι άνθρωποί τους στο σπίτι; έχουν ανθρώπους σπίτι τους; τους έμειναν άνθρωποι σπίτι τους; αναρωτιέμαι εγώ τώρα για παρηγόρια πιο πολύ...
Κούρσα, ηλιόλουστο μεσημέρι, για τις τρείς γέφυρες. Για ταξίδι επαγγελματικό, σε αγαπημένο όμως προορισμό. Η κουβέντα με τον ταρίφα για τους Μεγάλους Αλήτες και τις αποφάσεις τους. Αγόρασε σπίτι. Όλος ο μισθός της γυναίκας του για την δόση. Δύο παιδιά, το ένα μωρό. Η γυναίκα πλέον στην ανεργία. Δεν πληρώνει την δόση. Τι θα γίνει τώρα; Και μην τυχόν και τύχει ζημιά στο αμάξι. Δεν υπάρχει καβάτζα καμιά.
«την υγειά μας να ‘χουμε»
Δεν αναφέρομαι στην ράτσα του κίτρινου πυρετού. Αυτή ποτέ δεν θα τη συγχωρήσω. Στον Αποστόλη αναφέρομαι.
Εγώ και η Ροζαλία (όλοι ξέρουν πιά, ποιά είναι η Ροζαλία) έχουμε μια περίεργη σχέση.
Αγαπιόμαστε όσο δεν πέρνει άλλο, αλλά όταν βγάζουμε η μια την άλλη στο δρόμο, εγώ πιο πολύ, γιατί η καημένη η Ρόζυ, τι θα μπορούσε να κάνει γι’ αυτό, είχα απ’ την πρώτη στιγμή μια δυσκολία σε σχέση με τη στάση του θώρακά μου καi το μήκος ως το τιμόνι της...
Έλεγα λοιπόν στο μάστορά της, να αλλάξουμε το λαιμό βρε Φ., ψάξε για κοντύτερο λαιμό...Αργούσε είναι η αλήθεια αυτή η ώρα και ο δεκάρης λαιμός έμοιαζε να μη θέλει να αποχωριστεί τη Ρόζυ, αλλά ταυτόχρονα να μου τσακίζει τις αρθρώσεις, των καρπών, του αγκώνα, του ώμου θέλω ειπείν, κι ανάποδα ακόμα...
Δυο μέρες τώρα, παρά τους πόνους και την αναπνευστική διέγερση, που μάλλον δεν είναι κρύωμα, αλλά άρνηση των βλενογόνων μου να προσαρμοστούν στο κρύο που έρχεται...
δυό μέρες τώρα εγώ και η Ρόζυ κάνουμε κάμποσο δρόμο για διάφορες δουλειές...
Εμ ποιόν άλλον θα αγκαζάριζα να με πάει. Αυτή τρέχει σαν δαιμονισμένη, ελαφριά κι ευκίνητη...
ώσπου έπεσε πάλι το κοντεράκι της κάτω...
ανακαλύψαμε ότι έφταιγε το είδος του λαιμού, που δεν ήταν κυλινδρικού σχήματος, αλλά τριεδρικής πυραμίδας! Πράγμα που εμπόδιζε την σφιχτή εφαρμογή του κοντέρ πάνω του...Ωραία!
Κι αρχίζω τη μουρμούρα για το λαιμό και τα κουσούρια του, μπλα μπλα μπλα μπλα
και ωωωωωωωω! του υπέροχου θαύματος, βρέθηκε η λύση!
Έγινε πατέντα με αντάπτορα κι αλλάχθηκε κι ο λαιμός της Ροζαλίας. Έγινε οκτάρης. Το τιμόνι της ήρθε πιο κοντά μου κατά τα ποθούμενα δύο εκατοστά...
Ζήτωωωωωω! μη γελάτε...κι όμως μεγάλη διαφορά στην άνεση της στάσης...
Δύο υπέροχα εκατοστά κοντύτερα στο τιμόνι...
Είναι όντως μια ωραία μέρα σήμερα παρά τα όσα, τόσα, που θα μπορούσε να της καταλογίσει κανείς, αλλά τι νομίζετε, οτι θέλει κάποιος για να χαρεί; Τον ουρανό με τ’ άστρα; Κι αυτά τα θέλει κανείς, αλλά κι ένας λαιμός κοντύτερος στην κούρσα του φτάνει για να σκάσει τ’ αχειλάκι του όπως θα λέγαμε στον τόπο μας...
Κοιτώ τη γωνιά που έρχεται ο ήλιος συνήθως και βλέπω το φεγγάρι, μικρό, στη χάση του, και ξέρω πως ανοίγει το δρόμο για τον ήλιο, τώρα, ένα λεπτό πριν τις επτά, ανάμεσα στις πολυκατοικίες, το δώρο μου της κυρίαρχης φύσης, η θέα του ουρανού στο κρεβάτι μου, τόσο μικρή, τόσο περιεκτική, τόσο πολύτιμη...
καλημέρα...
Άχ ! η γλύκα της ζωής! Ανέγνοια πώς τραγουδά η Γής – σαν το γαρδέλι με τον κόκκινο λαιμό που κάθεται και κελαϊδάει συνεπαρμένο απ΄ τη μυρωδιά της ανοιξιάτικης αγριαπιδιάς κι απ΄ τη ζεστή φωλιά που απάνουθέ του σαλεύει, με δυό αυγά γυαλιστερά στη μέση. Σηκώνει τον κόκκινο λαιμό και λέει: «Να τραγουδήσω, κι ύστερα τα ζεσταίνω, να τραγουδήσω πρώτα!»
και δεν έχει νιώσει πως κάθεται απάνω στα ξόβεργα του πουλολόγου!
N. KAZANTZAKH "ΣΥΜΠΟΣΙΟΝ"
Πώς να το ξεχάσει...το ξέρει, αλλά διαλέγει την πτώση με χάρη κι ομορφιά...έτσι κι εγώ...
χτες έλεγα σε φίλη, πως αν μ’ έκλειναν αύριο σε μια φυλακή, εγώ θ’ αναζητούσα ζωή στον σοβά των τοίχων της...στους κόκκους του ασβέστη πάνω στους τοίχους της...εκεί θα έστηνα σαν μικρά στολίδια όλα τα ωραία πράγματα που ήδη γνωρίζω, αλλά κι όλα τα άλλα που ίσως γνωρίσω...
γιατί μέσα στην ασχήμια υπάρχει κι ομορφιά, αρκεί να την ψάξουμε, αρκεί να έχουμε το βλέμμα να τη δούμε...
όσοι βλέπουν ασχήμια παντού είναι αδύνατον να ξεχωρίσουν πού είναι τα ψήγματά της...τα τόσο πολύτιμα ψήγματά της...
Στην άλλη μου ζωή ίσως γίνω μια Ζιμπουλιώ...
αν καταφέρω να γεννηθώ μ’ ένα τρανό γέλιο κι όχι ένα τρανό κλάμμα...
αν γεννηθώ στο κύμα δίπλα...
αν ποτέ ξαναγεννηθώ...
Έβλεπα και άκουγα με τον γιό μου (3,5 χρόνων) στο youtube τον Δ. Μητροπάνο
- Πού είναι τώρα, με ρωτά, εννοώντας προφανώς την εγκαταλειμμένη δισκογραφική εταιρία που είναι το σκηνικό του video.
- (εγώ, παρερμηνεύοντας) έχει πεθάνει… (και προσπαθώντας να διορθώσω) …ήταν μεγάλος και πέθανε!
- (γυρνώντας προς εμένα, με ορθάνοικτα μάτια) και που είναι τώρα;
- έ… εκεί που ήσουνα και σύ πριν γεννηθείς!
σιωπηλός και αφηρημένος συνέχισε να βλέπει το video… φαντάζομαι, προσπαθώντας να θυμηθεί!
Απ’ αφορμή άλλη συζήτηση κάπου στις γωνιές αυτού του χώρου διαδικτυακής ανώνυμης συνεύρεσης, όπου όλα επιτρέπονται κι όλα είναι ανεκτά...μπήκα στον πειρασμό να φέρω εδώ στο σαλονάκι μας -το αλλιώτικο κι ανατρεπτικό ελπίζω κατά κάποιο τρόπο- δυό ποιήματα, από τον Μαγιακόφσκι στην Αχμάτοβα και αντίστροφα...
Δεν θα το κάνω, γιατί σκέφτομαι ότι ίσως βάλω φωτιά στο κλίμα των ημερών.
Μ’ αρέσει το ήσυχο κλίμα που πρόσφατα επικρατεί...με έχει βάλει σε μια ήπια διάθεση, χωρίς να αμβλύνει τα αισθήματά μου...ίσα-ίσα...θεριεμένα είναι, γι’ αυτό κι αφήνω τους δυό ερωτευμένους ποιητές στην ωραία ησυχία του προσωπικού τους παρελθόντος...
είναι καιρός να γράψουμε δικά μας ποιήματα ο ένας στον άλλον...
νομίζω...
ξεκινήστε κι ακολουθούμε...
παρεμπιπτόντως έχουμε στο μπουφέ μας γλυκό κρασί από λιαστά σταφύλια, διάφορα τυριά, κρύες φέτες βραστού μοσχαρίσιου κρέατος, πασπαλισμένες με χοντρό αλάτι και ασπρόμαυρο πιπέρι, με λαδόξυδο μπαλσάμικο, ανθούς μπρόκολου και καρότα ψημένα με λαδολέμονο...πουρέ πατάτας και παστινάκης με χοντρό αλάτι και μοσχοκάρυδο, πίκλες και τουρσί λάχανου...ψωμί με γλυκάνισο...πράσινα μήλα ψημένα με καρύδια και κανελογαρύφαλλα και σιρόπι με ξύσμα πορτοκαλιού...
το σαλονάκι μας θα είναι φιλόξενο για όλο το σαββατοκύριακο, ειδικά για όσους βρεθούν στο δρόμο με τα ποδήλατά τους για πολλές ώρες, έστω και μεταμεσονύκτιες...
κι εγώ να μην είμαι εκεί, εσείς θα βρείτε το τζάκι αναμένο, το δωμάτιο ζεστό, τα τρόφιμα και τα ποτά στη θέση τους...
θα διατίθεται και ρόφημα ζεστής σοκολάτας με βανίλια, ζάχαρη καρύδας, πετιμέζι και γάλα, για όποιον το θελήσει...μαζί με μπισκοτάκια βανίλιας-βουτύρου...
...είναι μια ιδιαίτερη συλλογή ποιημάτων-συλλογισμών, ειπωμένη (κι όχι γραμμένη, γιατί το παιδί ήταν πολύ μικρό) από ένα κορίτσι, σαν ένα μελαμψό, ξερό κλαράκι, την Eurydice El-Etre, που οι γονείς της είχαν καταγράψει, σαν τις πρώτες ανησυχίες και σκέψεις του παιδιού τους, γύρω στα πέντε με έξι χρόνια του (στα 1986-1988) κι εξέδωσαν σε μιαν ωραία συλλογή, κάνοντας λογοπαίγνιο με το επώνυμό της (etre=είμαι).
Ένα υπέροχο πλάσμα ήταν, αραβικής καταγωγής, μόλις οκτώ χρονών, με ένα πρόσωπο σαν εικόνα του Φαγιούμ, όταν τη συνάντησα καλοκαίρι, σε μια μεγάλη υπαίθρια έκθεση, με εκδόσεις ποιημάτων, σε μια πλατεία στο κέντρο του Παρισιού...
Καθόταν στο στάντ των εκδόσεων La Délirante, ένα μικρό, οικογενειακό εκδοτικό οίκο, της οικογένειας El-Etre, μαζί με τους εξαιρετικούς γονείς της...
Ψάχνοντας πάντα τα βιβλία που αγόραζα τότε να είναι σπάνιες εκδόσεις, μικρού τιράζ και μάλιστα αριθμημένες, κυριολεκτικά με τράβηξε το ωραίο βιβλίο, που δεν ήξερα, πως ήταν του παιδιού. Το πήρα, μετά από μια πολύ ευχάριστη και αρκετής διάρκειας συζήτηση με όλους τους, με μιαν ωραία χειρόγραφη αφιέρωση απ’ την ίδια την Ευρυδίκη, που μάλιστα θέλησε το όνομά μου να το γράψει στα ελληνικά και με τόνους και πνεύματα, με μιαν ωραία στρογγυλή, καθαρή γραφή.
Κι απ’ αφορμή τα πιο πάνω ερωτήματα, για το πριν γεννηθούμε κι αφού πεθάνουμε, που κανείς θνητός δεν έχει καταφέρει ν' απαντήσει με σιγουριά, ανέσυρα το ποίημα της Ευρυδίκης, σε μορφή βαθυσήμαντου συλλογισμού, με τίτλο Métempsychose. Θα αποπειραθώ να το μεταφέρω, όσο μου επιτρέπουν τα γαλλικά μου...
Μετεμψύχωση.
Το μετά από μένα, όπως θα αναπαύομαι νεκρή, θα είναι όπως όταν ήμουν ζωντανή, πριν ζήσω μιαν άλλη ζωή. Για παράδειγμα, ένα παιδί που γεννήθηκε νεκρό ξαναγεννιέται άμεσα με μιαν άλλη μορφή. Ένα παιδί πέντε χρονών παραμένει νεκρό πέντε χρόνια, πριν ξαναέρθει στη γη. Ένας ενήλικας, που έζησε κανονικά το χρόνο που ζουν οι ενήλικες, θα τιμωρηθεί που έζησε τόσο πολύ, με ένα θάνατο της ίδιας διάρκειας όσο η ζωή του, αλλά στη συνέχεια θα ξαναγεννηθεί σαν λουλούδι ή πεταλούδα...
Η αρραβωνιαστικιά του ρήματος είμαι...
Δεκέμβριος
Κρυώνουν των δέντρων τα άκρα.................................................Η κατήφεια δεν ωφελεί
.................................................................................παρά των σπλάχνων τις φλεγμονές
....................................................................................... Τότε η ακόρεστη επανάληψη
..........................................................................................του πόνου πάνω στον πόνο
.............................................................................................αποκαλύπτει τη σκιά μας.
Από το Καλαντάρι των φύλλων και των ανθών.
Επειδή τα άστρα προμηνύουν ένα δύσκολο Δεκέμβρη για μας τους μπροστοτράγους, αποφάσισα κατά την παράδοση να κάνω ποδαρικό στο σαλονάκι μου μ’ ένα ποίημα παλιό, που προέκυψε πάνω σ’ ένα παιδικό, λεκτικό παιχνίδι. Συνηθίζαμε τις κρύες νύχτες του χειμώνα με την παιδική μου φίλη και την παρέα μας, να σχηματίζουμε ομοιοκαταληξίες και ο κάθε παίκτης μ’ αυτές να είναι υποχρεωμένος να φτιάξει ένα ποίημα...
Να το δικό μου από μια τέτοια βραδυά παιχνιδιού με έναν αγαπημένο σύντροφο, πολύ αργότερα, όντας μεγάλη πιά και ώριμη (ναι;;; ίσως...καλά!!! θα προσπαθήσω...) ...
Τ’ ασυνάρτητα.
Τι θαρρούσες πως θα δεις κυρά μου
μέσα στα θεόρατα βρακιά μου;
Την πελώρια μπλε αρκούδα την τσαχπίνα
κι όχι την κυρία καβουρίνα;
Το στρίφωμά μου θα ξηλώσω
τον μεγάλο έρωτα σαν ανταμώσω.
Θα σκοντάφτω πάνω του με πείνα
αμέτρητες φορές μέσα στο μήνα.
Κρυώνω φουντώνω το νου μου συρρικνώνω.
Κι αν τρέχω αντέχω το νου μου να κατέχω.
Στα πόδια σου ν’ αφήσω
ό,τ’ είχα ν’ αγαπήσω.
[γράμμα στην Τατιάνα Γιάκοβλεβα]
Γλυκιά Τάνικ, αγαπημένη μου,
δεν μ αρέσει χωρίς εσένα. Σκέψου το, μάζεψε τις σκέψεις σου [κι έπειτα τα πράγματά σου] και προσάρμοσε την καρδιά σου στην ελπίδα μου- να σε πάρω στις χερούκλες μου και να σε φέρω σ εμάς, σ εμένα, στη Μόσχα.
......
Ας κάνουμε τον χωρισμό μας δοκιμή. Αν αγαπιόμαστε, είναι καλό να ξοδεύουμε ψυχή και χρόνο παλεύοντας με τους τηλεγραφικούς στύλους;
..... .......
Αγάπα με, αγάπα με απόλυτα, σε παρακαλώ. Σε σφιχταγκαλιάζω, σ αγαπώ και σε φιλώ. Βολ.
Από το τραπεζάκι παίρνω λίγο κόκκινο, γλυκό κρασί και ψωμί με γλυκάνισο.
Καλό Δεκέμβρη σε όλους.
θα σκότωνα να τ’ άκουγα αυτά στη θέση της Τατιάνας Γιακόβλεβα...θα σκότωνα χωρίς δεύτερη σκέψη...
...τσάϊ λάπσαγκ σουσόγκ, σάντουιτς με καπνιστό σολωμό, και βούτυρο αρωματισμένο με άνιθο, σφακιανή πίττα με ανθότυρο και μέλι...
Καλή βδομάδα...προσοχή όσοι διέρχονται περιοχές με ρέμματα και ποτάμια...
δεν σταμάτησε να βρέχει και να βροντά όλη νύχτα...
πού πήγαινε μια παρέα μαύρων γυναικών και ανδρών με παιδιά στις αγκαλιές γύρω στις 3.30πμ μέσα στην καταιγίδα άραγε...είχαν να πάνε κάπου άραγε;
πεινάω τόσο, που θα μπορούσα να φάω κι εγώ δεν ξέρω τι...
μια νύχτα με ζεστά ροφήματα σε διάφορες παραλλαγές τσάϊ του βουνού με φασκόμηλο, γλυκάνισο και μαραθόσπορο, τσάϊ του βουνού με ανθούς τριαντάφυλλου, τσάϊ του βουνού με μολοχάνθη και τζίντζερ...,
η Μάϊντα σε κατάσταση ανεξέλεγκτου πανικού παρά τα χαπάκια βαλεριάνας, που καταναλώνει σαν τις ωραιότερες καραμέλλες, σε ποσότητα πάνω απ’ την ενδεδειγμένη για ανθρώπους...
χάϊδευε σκυλομάνα Ρόυαλ όλο το βράδυ, κανάκευε όλο το βράδυ...
και μια διόρθωση της πιο πάνω δήλωσης τώρα που είμαι πιο ψύχραιμη...τρόπος του λέγειν θα σκότωνα χωρίς δεύτερη σκέψη, για ν’ ακούσω τα λόγια που λέει ο Μαγιακόφσκι στην Γιακόβλεβα...Νομίζω δεν είχε κι αυτός τύχη με τους έρωτές του...κάπου διάβαζα πως αν η Αχμάτοβα έμενε μαζί του θα τον είχε σώσει απ’ το απονενοημένο της αυτοχειρίας...
αυτά τα αν και πάλι αν...
αν μ’ αγαπούσε τούτο, αν μ’ αγαπούσε κείνο, αν, ένα σωρό χαζά αν...το αποτέλεσμα μετράει μόνο. Τίποτε άλλο. Κι αυτό είναι η μοναξιά...
Υπάρχει ένα ειδικό σημείο, μια οπτική γωνία που απο εκεί ανακαλύπτεις πόσο όλοι μοιάζουν μεταξύ τους, γιατί από εκεί είναι ορατές και οι κρυφές πληγές τους. Πατάς κάποτε στο ειδικό σημείο μόνο εάν σε έχουν πονέσει, βρίσκεις την ειδική οπτική γωνία μόνο αν έχεις πονέσει για άλλους. Και τότε, έστω για λίγο, βλέπεις να ανταμώνουν και να ανακατεύονται αρμονικά μεταξύ τους φίλοι και εχθροί, άρρωστοι και γεροί, πεθαμένοι και ζωντανοί, να ανταλλάσουν στίχους τραγουδιών και επιθυμίες, πικρές και γλυκές κουβέντες, παρουσίες και απουσίες, να ισοφαρίζουν τύψεις και χρέη προς αλλήλους, να μασουλάνε παρέα ένα σακουλάκι ψητά κάστανα και να μοιράζονται δίκαια την ιστορία της πόλης που μια μισούν, μια αγαπούν.
"Ο άγιος της μοναξιάς" Ιωάννα Καρυστιάνη
μου το’στειλε μια φίλη στο φμπ και μ’ άρεσε τόσο, σαν τζαζιά, σαν στίχοι σαν όλα που το μοιράζομαι και με σας...όχι οτι με αφορά στο παραμικρό, αλλά ναι βαριέμαι...έτσι το λέω γιατί όχι μόνο δεν βαριέμαι, αλλά χάλια πόσο δεν βαριέμαι.......ατέλειωτα χάλια........
και σαν επιστέγασμα το τραγουδάκι στην χειρότερη φάση του εμφύλιου νομίζω...απ’ το τρίο αρμονία...λαλαλαλαλάαααα!!!!!! την ίδια ώρα που σφάζονται αδέλφια και λοιπά και λοιπά γνωστά και άγνωστα ίσως...
έλ’ απόψε να σε δω...
κι εγώ τα μοιράζομαι εδώ μαζί σας την ίδια ώρα που ο μπάρμπα Στουρνάρας ανακοινώνει ότι με “τακτ” (δική μου έκφραση που συνοψίζει τα δικά του λόγια) θα αρχίσουν να πειράζουν αν όχι τις πρώτες κατοικίες, τις άλλες...επίσης λεγόταν στο ραδιόφωνο του Χατζηνικολάου (αυτό ακουγόταν στο ταξί που πήρα γιατί μ’ έπιασε ένας φοβερός πόνος ισχυαλγικού τύπου, λόγω μιας ένεσης που έκανα και δεν μπορούσα να περπατήσω...) ότι επί τριάκοντα συναπτά έτη δεν σαλεύει τίποτα στη χώρα και το χρέος νάάάάάά μετά συγχωρήσεως και κανείς δεν θα έρθει να επενδύσει σ’ αυτόν το διαολότοπο που έχουμε γίνει...............................................................
κι εγώ λοιπόν ακούω εμφυλιακά σουίγκ που δεν ξέρω ποιοί τα χόρευαν τότε...να υποθέσω όλοι; τι να πω...μέσα στην μαύρη αντίφαση...που όλα γύρω και μέσα μας είναι κάρβουνα αναμένα....προσοχή το μονοξείδιο του άνθρακα...ένα κορίτσι νεκρό από το μαγκάλι του σπιτιού του στη Θεσσαλονίκη...
και η βρόχα έπεφτε straight through...(δια της ποιητικής φωνής του Ζαμπέτα...θυμάται κανείς;)
ίσως αρχίζω να παρανοώ...πειράζει;
rocking back and fore...what the hell with these scottish habits..
Ευγνωμονώ τον ofios, γιατί με το νέο λογοτεχνικό του πόνημα με έφερε να κάνω τους ραγδαίους συνειρμούς μου, να πάω στους Kings και στο ομώνυμο του πονήματος του ofios, Dead End Street τους και μετά βέβαια, σιγά μη καθόμουνα μόνο σ’ αυτό, καθώς κάνω γενική καθαριότητα στο εργαστήρι μου κι ακούω διάφορες playlist, που παίζουν κάπου εκεί αέναα, για να μην πολυασχολούμαι, να βρώ αυτό, το σκωπτικό τους
και να θυμηθώ για τι ποταπά τσακωνόμουνα με τον συμβίο μου, όταν τα είχαμε ακόμα και πριν παντρευτούμε, που ήταν τα δύο του πάθη (ζηλιάρα εγώ στο φουλ) οι Kings και ο Wim Wenders, ειδικά το Kings of the Road του δεύτερου, που θεωρούσα έναν ύμνο στην αντροπαρέα, χωρίς κανένα ίχνος γυναικείας παρουσίας, πολύ δε περισσότερο καμμία αναφορά στη σημασία της ύπαρξης μιας γυναίκας στη ζωή ενός άντρα και τα τοιαύτα (ηλίθια πιτσιρίκα ερωτευμένη και βαθιά ζηλιαρόγατα!)...μμμ!
Δεν ήτο δε τυχαίον ότι τους Kings ηγάπα και ο Γερμανός αγαπημένος του αγαπημένου μου...
Μιλάμε για αλυσίδα καταραμένων δεσμών...που εγώ όμως ήθελα να είμαι το κέντρο του σύμπαντός του...και τι ωραία που είχα έρθει στη ζωή του και μπαλαφάρες τέτοιου είδους και καθόμουνα ένα βράδυ ποδαρόδρομου, με πολύ πολύ κρύο και υγρασία που μας περόνιαζε απ’ τη θάλασσα, απ’ την κινηματογραφική λέσχη του Πειραιά ως την άκρη της Πειραϊκής και τούμπαλιν, να τσακώνομαι για χιλιοστή φορά, που είχαμε δει το Kings of the Road...για τα ίδια και τα ίδια...
και καθώς μας βλέπω νεαρό ζευγαράκιον να τσακωνόμαστε τοιουτοτρόπως τώρα (με τα μάτια την μνήμης φυσικά) αναφωνώ, βρε δώστε ένα φιλί βαθύ και αγαπησιάρικο κι αφήστε τους τσακωμούς...αμάν μανία...κυριαρχίας γμτ...δε λέει φίλοι...δε λέει...γμτ...αυτό το ηλίθιο παιχνίδι της κυριαρχίας στον έρωτα είναι βαρετό μέχρι θανάτου...
Kings και Wim Wenders, μια χαρά και οι μεν και ο δε είχαν γίνει αντίζηλοί μου...γμτ...τόσο ήξερα, τόσο έκανα, τόσο αισθανόμουνα, η μαύρη αράχνη, που έπλεκα τον ιστό μου γύρω του, η σιχαμένη!
...αυτοκριτική τριάντα χρόνια after...
Αυτό ακούω τώρα, αυτό σου δίνω για καληνύχτα, μικρή Ζιμπουλιώ.
Σημ. Το παραμύθι να πάει στη θέση του. Άμεσα.
incurably yours, νονέ μου, αλλά δεν καταλαβαίνω ποια θέση εννοείς με 48 συναπτές συνέχειες, το παραξήλωσα κι εγώ μωρέ...για να σου κάνω το χατήρι, που με βάφτισες, έτσι που με βάφτισες και χωρίς να με ξέρεις καν...αλλά και να κοιμίζω (έτσι νόμιζα) κάποιον, που αγαπώ πολύ και που δυσκολεύεται γενικά με τον ύπνο τη νύχτα, τι να σου πω κι εσένα...τέτοια ώρα, τέτοια λόγια...παραμιλητό μεταμεσονύχτιο και κάνω και δουλειές και πασαλείβω κι εδώ...πάρτυ σήμερα κανονικό...
Καραμελένια,
Παρεμπιπτόντως, ωραία βιβλιοθήκη πρέπει να έχεις ;)
Σημ. Τι μικρό και μεγάλο; Είναι υπέροχο και δεν είναι σωστό να είναι κομμένο στα δικά μας μέτρα. Να πάει στη θέση του: Λογοτεχνία.
Προσπαθώ να τη συγκεντρώσω...είναι όλα χύμα, διεσπαρμένα από δω κι από’κει, επί χρόνια...τώρα φτιάχνω τη γωνιά μου τελικά κι οριστικά μέχρι τέλους βίου...οπότε θα φύγουν τα περιττά και θα κρατηθούν αυτά που δεν μπορώ να ζήσω χώρια τους...
αν συγκετρωθεί (το παραμύθι) στη λογοτεχνία ως λες, θέλει χτένισμα καλό, γιατί το έγραφα αργά το βράδυ, κουρασμένη το τελευταίο διάστημα αρκετά στενοχωρημένη, με μάτια που κλείνανε, αλλά με σφοδρή επιθυμία, διάθεση και ανάγκη να το κάνω...
Δεν θα φύγει τίποτα (αν λες για βιβλία).
Μην ακούω τέτοια τώρα. Αν πρέπει να φύγουν ορισμένα ας πάνε σε παιδιά που διψούν μόνα.
Οι άλλοι ας βρουν τα δικά τους.
μα εννοείται ότι δεν θα πεταχτούν έτσι...θα πάνε ανάλογα με το είδος εκεί που θα μπορούν να “καταναλώνονται” από πολλούς και θα είναι χρήσιμα...τα έχω ήδη κανονισμένα...μην ανησυχείς...δεν κάνω κουτουράδες, για να τρίβουν τα χέρια τους οι παλιατζήδες...
Το χτες τέλειωσε με Kings κι έτσι αρχίζει και το σήμερα, αφού δεν έχω κανέναν να ζηλέψω πια, μπορώ να ακούω Kings ως τη Δευτέρα Παρουσία...
Thank you for the days,
Σ’ ευχαριστώ για τις μέρες,
Those endless days, those sacred days you gave me.
Εκείνες τις ατέλειωτες μέρες, εκείνες τις ιερές μέρες που μου έδωσες.
I'm thinking of the days,
Σκέφτομαι τις μέρες,
I won't forget a single day, believe me.
Δεν θα ξεχάσω ούτε μια μέρα, πίστεψέ με.
I bless the light,
Ευλογώ το φως,
I bless the light that lights on you believe me.
Ευλογώ το φως που λάμπει πάνω σου πίστεψέ με.
And though you're gone,
κι αν κι έφυγες
You're with me every single day, believe me.
Είσαι μαζί μου την κάθε μια μέρα, πίστεψέ με.
Days I'll remember all my life,
Μέρες που θα θυμάμαι όλη μου τη ζωή,
Days when you can't see wrong from right.
μέρες που δεν ξεχωρίζεις το λάθος απ’ το σωστό.
You took my life,
Πήρες τη ζωή μου
But then I knew that very soon you'd leave me,
Αλλά πάλι ήξερα ότι σύντομα θα με άφηνες.
But it's all right,
Αλλά εντάξει
Now I'm not frightened of this world, believe me.
Τώρα δεν φοβάμαι αυτό τον κόσμο, πίστεψέ με.
I wish today could be tomorrow,
Μακάρι το σήμερα να μπορούσε να γίνει αύριο,
The night is dark,
Η νύχτα είναι σκοτεινή
It just brings sorrow anyway.
έτσι κι αλλιώς απλά φέρνει θλίψη.
Thank you for the days,
Σ’ ευχαριστώ για τις μέρες,
Those endless days, those sacred days you gave me.
Εκείνες τις ατέλειωτες μέρες, εκείνες τις άγιες μέρες που μου έδωσες.
I'm thinking of the days,
Σκέφτομαι τις μέρες,
I won't forget a single day, believe me.
Δεν θα ξεχάσω ούτε μια μέρα, πίστεψέ με.
Days I'll remember all my life,
Μέρες που θα θυμάμαι όλη μου τη ζωή,
Days when you can't see wrong from right.
μέρες που δεν ξεχωρίζεις το λάθος απ’ το σωστό
You took my life,
Πήρες τη ζωή μου,
But then I knew that very soon you'd leave me,
Αλλά πάλι ήξερα πως σύντομα θα με άφηνες,
But it's all right,
Αλλά εντάξει,
Now I'm not frightened of this world, believe me.
Τώρα δεν φοβάμαι αυτό τον κόσμο, πίστεψέ με.
Days.
Μέρες.
Thank you for the days,
Σ’ ευχαριστώ για τις μέρες,
Those endless days, those sacred days you gave me.
Εκείνες τις ατέλειωτες μέρες, εκείνες τις άγιες μέρες που μου έδωσες
I'm thinking of the days,
Σκέφτομαι τις μέρες,
I won't forget a single day, believe me.
Δεν θα ξεχάσω ούτα μια μέρα, πίστεψέ με.
I bless the light,
Ευλογώ το φως,
I bless the light that shines on you believe me.
Ευλογώ το φως που λάμπει πάνω σου, πίστεψέ με.
And though you're gone,
Κι αν κι έφυγες,
You're with me every single day, believe me.
Είσαι μαζί μου την κάθε μια μέρα, πίστεψέ με.
Days.
Μέρες.
του Marius Kociejowsky, παλιού φίλου, έχω ξαναφέρει ποίημά του εδώ και θα ξαναφέρω το Γενάρη αν είμαστε καλά κι εδώ...απ’ τη συλλογή του Doctor Honoris Causa.
Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ
Καταστηματάρχες και κοσμηματοπώλες
στέκονται στα κατώφλια τους
τα μάτια τους γεμάτα ψίθυρους
τα χέρια τους γεμάτα φως.
Κρατώ μετέωρο τέτοιο βάρος,
που η Γη δεν θα μπορέσει να βαστήξει.
Το έδαφος κατακρυμνίζεται
σε κάθε βήμα που κάνω,
σαν στην αρχή
τα πόδια μου να είχαν όραση,
τα πόδια μου να είχαν φτερά
αλλά τώρα να έχουν τυφλωθεί.
Γυναίκες ντυμένες με λαμπερά χρώματα
μεταφέρουν καλάθια με φρούτα.
Οσμίζομαι την ωριμότητά τους,
το σμίξιμο των οσμών.
Ένα βραχιόλι πέφτει κάτω,
το μήκος ενός σηκωμένου χεριού.
Υποτάσομαι σε μια πόλη
που είναι θαμμένη κάτω από μια πόλη
όπου το πρωϊνό λούζει
το δωμάτιο με καθαρό φως-
η άμωμη σμίλη,
το διορατικό πινέλο.
ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΤΡΕΧΕΙ
Προς τα πού τρέχει η γυναίκα
και ποιός υποθέτετε, πως νομίζει ότι την καταδιώκει;
Τα κλαριά των δέντρων χαράζουν το όμορφο πρόσωπό της
και μόλις που μπορεί να βλέπει καθώς παραπατάει
πάνω και πέρα απ΄τον θρυματισμένο κόσμο.
Έχει από λάθος γλυστρίσει στο χρόνο
όπου φτιάχτηκε ν’ αγαπά χωρίς αγάπη.
Ένας άνεμος παγερός συρρικνώνει την καρδιά της στο σχήμα ενός βότσαλου.
Της είπαν ότι πρέπει να είναι πάντα γενναία,
πάντα μια σύντροφος προς λιθοβολισμό.
O Marius όπως όταν τον συνάντησα,
Ο Marius σήμερα...
πίνω τον κρεμώδη ντηκάφ καφέ (καλά ξέρω σαν έρωτας με προφυλάξεις), συλλογιζόμενη πώς θα βγώ έξω με τα ντεμί σεζόν ρούχα που έχω εδώ, μια και τα χειμωνιάτικα κάπου αλλού είναι.
Η Μάϊντα στα πόδια μου έτοιμη για τη βόλτα της, απελπίζεται με την αργοπορία και το ρίχνει στον ύπνο. Τραντάζεται, βγάζει κραυγούλες, ποιός ξέρει τι όνειρο βλέπει η καημένη...και μόλις θυμήθηκα το αποψινό δικό μου...
παράξενη γυναίκα κι εγώ δεν με ξέρω πια...μεσ’ το καταχείμωνο (και στο όνειρό μου ως η πραγματικότητα) ήμουν κάπου παραθαλάσσια, σαν σε διακοπές...οι άλλοι κανονικοί άνθρωποι γύρω μου...
εγώ;;; βάζω το μαγιουδάκι μου, τις σαγιοναρίτσες μου, μια πετσετούλα παραμάσχαλα (προφανώς η θάλασσα ήταν κάπου εκεί, αλλά δεν την έβλεπα) και τους δηλώνω πως πάω για μπάνιο, έτσι απλά ενώ με θεωρούν κάτι ως τρελή...
η τρελή έτοιμη να δαμάσει τα κύμματα τα μανιασμένα μεσ’ το καταχείμωνο...
O Andrew Marvell είναι ένας “μεταφυσικός” ποιητής που έζησε σε μια εποχή που και η Ευρώπη και η Αγγλία σπαρασόταν απ’ τις συγκρούσεις ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν μιας εκκλησίας δογματικής και μιας άλλης που προσπαθούσε να διαρρήξει αυτή τη δογματικότητα. Τέλος πάντων είπα να παραθέσω εδώ κάτι σε αναφορά με το άλλο νήμα που άνοιξε ο Μορφέας περί Θεού...
The Definition Of Love
Ο ορισμός της αγάπης
My love is of a birth as rare
Η αγάπη μου είναι απ’ τη γέννα της σπάνια
As 'tis for object strange and high:
καθώς είναι για αντικείμενο παράξενο και υψηλό
It was begotten by Despair
την προκάλεσε η απελπισία
Upon Impossibility.
λόγω του απίθανου.
Magnanimous Despair alone
Μόνο η μέγιστη απελπισία
Could show me so divine a thing,
Θα μπορούσε να μου δείξει
Where feeble Hope could ne'er have flown
Πού η ισχνή ελπίδα δεν θα μπορούσε ποτέ να πετάξει
But vainly flapped its tinsel wing.
Αλλά μάταια πετάρισε τα πλουμιστά φτερά της.
And yet I quickly might arrive
Κι ακόμα θα μπορούσα σύντομα να φτάσω
Where my extended soul is fixed
Εκεί που η προεκτεινόμενη ψυχή μου είναι ακίνητη.
But Fate does iron wedges drive,
Αλλά η μοίρα επιτακτική καρφώνει σιδερένιες σφήνες
And always crowds itself betwixt
και πάντα στριμώχνεται ανάμεσά τους.
For Fate with jealous eye does see
Γιατί η μοίρα με ζηλόφθονη ματιά κοιτάζει
Two perfect loves, nor lets them close
δυό τέλειες αγάπες, δεν τις αφήνει να ολοκληρωθούν.
Their union would her ruin be,
Η ένωσή τους θα ήταν η καταστροφή της
And her tyrranic power depose.
και η τυρρανική της εξουσία θα έπαυε.
And therefore her decrees of steel
Κι έτσι τα ατσάλινα προστάγματά της
Us as the distant Poles have placed
Καθώς εμάς σαν απομακρυσμένους πόλους έχουν τοποθετήσει
(Though Love's whole world on us doth wheel)
(αν και ολόκληρος ο κόσμος της αγάπης πάνω μας κυλίεται)
Not by themselves to be embraced
έτσι που να μην αγκαλιαστούν μεταξύ τους,
Unless the giddy heaven fall,
εκτός κι αν ζαλισμένος ο ουρανός πέσει,
And earth some new convulsion tear;
και τη Γη σείσει να σχιστεί
And, us to join, the world should all
κι εμείς να ενωθούμε, όλος ο κόσμος
Be cramped into a planisphere.
να γίνει μια συμπαγής σφαίρα
As lines (so loves) oblique may well
Καθώς oi γραμμές (έτσι και οι αγάπες) μπορεί πλάγιες ν’ αναβλύσουν
Themselves in every angle greet:
οι ίδιες σε κάθε γωνία να συναντώνται
But ours so truly parallel,
Αλλά οι δικές μας τόσο αληθινά παράλληλες,
Though infinite, can never meet.
αν και άπειρες, δεν μπορούν ποτέ να σμίξουν.
Therefore the love which us doth bind,
Έτσι η αγάπη που τους δυό μας δένει,
But Fate so enviously debars,
αλλά η μοίρα τόσο ζηλόφθονα αποκλείει
Is the conjunction of the mind,
είναι πνευματικός δεσμός
And opposition of the stars.
και η αντίθεση των αστεριών.
Ανάμεσα Μύκονο και Τήνο με 10 μποφώρ...
συγκινητική μάχη με τα κύματα...
Ανακαλώ ταξίδι τέλη δεκαετίας του ’70, ανήμερα Δεκαπενταύγουστο, έχουμε γλεντήσει από βραδύς σε κάτι απίστευτα πανηγύρια, σε τρία καφενεία, στο ένα ιδιοκτήτης-συγγενής φίλου, με καταπληκτικούς μουσικούς και χορούς και δεν σας λέω τι Διονυσιακό πράγμα όλη νύχτα, στη Χώρα της Φολεγάνδρου.
Έχουμε κοιμηθεί δυό ίσως, σίγουρα πάντως σκάρτες ώρες στο προαύλιο μιας εκκλησιάς κοντά στο λιμάνι, ευλόγησον Παναγιά μου να ξημερώσει και φεύγουμε κάπως καθυστερημένα, λόγω καιρού κι εορτής μεγάλης στα νησιά και παντού, με το πλοίο κι όχι φέρρυ Απόλλων. Ένα αρχαίο σκαρί που τούχαν ρίξει δυο τρία καταστρώματα παρά πάνω απ’ το αρχικό. Τεράστιο μπούγιο!
Πιάνουμε το τελευταίο πάνω-πάνω κατάστρωμα, διαστάσεων μικρού δωματίου στην ουσία, αλλά με θέα εκπληκτική, όλο το Αιγαίο. Καθόμαστε κατάματα στον ήλιο στα ολίγα παγκάκια και ξεκινάει το αρχαίο με 9 μποφώρ. Και πιάνει όλα τα νησιά ως τον Πειραιά. Μεταξύ αυτών και Πάρο.
Εκεί λόγω της γιορτής υπήρχαν κάμποσα πολεμικά πλοία στο λιμάνι, οπότε αδύνατον να δέσουμε και στεκόμαστε αρόδο με τις μηχανές σε παύση, πού σε πονεί και πού σε σφάζει. Λάντζες έπερναν κι άφηναν επιβάτες επί μία συναπτή ώρα.
Εμείς έχουμε αρχίσει να τρελαινόμαστε απ’ το μπότζι στην ακινησία, οπότε στρώνουμε τα σλήπιγκ μπαγκς κατάχαμα και οριζοντιωνόμαστε. Πέφτουν και οι πρώτες δραμαμίνες απ’ τους “ευαίσθητους”, που σημαίνει οπιούχο φάρμακο, άρα ύπνος ξερός, αν κανείς λάβει υπ’ όψιν και την αϋπνία του γλεντιού με τα κρασιά και δεν συμμαζεύεται...ο ήλιος καταπάνω μας δε...αλλά ήλιος ακόμα...χωρίς το όζον και τα κακά του...
Σύνολο ταξιδιού με τις παραμονές στα λιμάνια 13 ώρες ως τον Πειραιά. Κάμφθηκε και η δική μου αντοχή. Πήρα κι εγώ δύο δραμαμίνες σε δυό δόσεις.
Νομίζω δεν έχω κάνει χειρότερο ύπνο.
Όταν φτάσαμε στον Πειραιά και σηκωθήκαμε, το σώμα μου πονούσε σε κάθε εκατοστό του.
Φυσικά ούτε λόγος, ότι είχαμε εγκαταλείψει το κονάκι του αέρα και του μποτζιού στα μέγιστά του στο απάνω κατάστρωμα και είχαμε κατεβεί στο πρώτο, χαμηλότερο κατάστρωμα και απαγγιάσει σε μιαν άκρη του, με τον ήχο των μηχανών να δονεί το σύμπαν, ξαπλωμένοι στο ύπαιθρο, ο ένας δίπλα στον άλλον, ένα σωρό κόσμος, ένας τεράστιος κοιτώνας, στην καρδιά του μήνα, που όλοι πάνε διακοπές, διότι στα σαλόνια η κατάσταση της ναυτίας χτυπούσε κόκκινο, σε μαζική κλίμακα κι αυτό μέχρι που μπήκαμε στο λιμάνι του Πειραιά.
Υποπτεύομαι ότι οι επιβάτες και δεν λέω για το πλήρωμα, που είναι ως ένα βαθμό εθισμένοι, στο μόλις χτεσινό ταξίδι του Blue Star Ithaki, που βλέπουμε στο πιο πάνω βίντεο, λόγω του χειμώνα, αλλά και του καιρού, θα ήταν εγκλωβισμένοι στο εσωτερικό του και θα γινόντουσαν σ’ όλο αυτό το αντάριασμα κάτι σαν scrabbled eggs... Ούτε ψύλλος στον κόρφο τους...δεν το συζητώ και δεν συζητώ ότι δεν θάθελα ούτε με απειλή όπλου να είμαι μέσα!!!
Νομίζω έκανα χτες προοίμιο της γιορτής του.
Συγνώμη, αν προκαλέσω τους άθεους ανάμεσά μας, αλλά το παραδοσιακό μου το έχω ομολογημένο κι αμαρτίαν ουκ έχω.
Ναυτικό το σόϊ της γιαγιάς της μάνας μου κι άμα έχεις μεγαλώσει με το βόηθα Άη-Νικόλα, βόηθα Βαγγελίστρα μου (λόγω της Τήνου δίπλα) στις κακοκαιρίες
κι άμα είχες δικούς σου σε άγριους ωκεανούς και καταχείμωνο να πλέουν με τυφώνες και κυκλώνες μέχρι πρό τινος
κι άμα ένας Νικόλας αδελφός γιαγιάς χαμένος σε νηοπομπή από τορπιλισμό στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και δόστου θυμιάματα στη φωτογραφία του μέρα νύχτα, πάνω απ’ το κρεβάτι της σαν σε άγιο, μεσ’ το σπίτι
κι άμα ενορία Άη Νικόλα με την χιονένια του γεννιάδα στα παιδικά σου χρόνια,
σήμερα λες χρόνια πολλά στους Νίκους και τις Νίκες,
πάντα Νίκες! λες
κι άμα η πρώτη σου αληθινή αγάπη Νικόλας ήταν και λεβέντης, βράστα! εδώ το’χεις το όνομα και γεμίζει το στόμα σου και τρέχει μέλι. Απ’ τα πιο ωραία, αληθινά ερωτικά φιλιά οριστικού αποχωρισμού με τον πιο αντρίκιο τρόπο, την επομένη ταξίδευε για έξω απ’ την Ελλάδα κι εκεί τέλειωσε-εγώ δεν κάνω για σένα, είσαι πολύ καλή για μένα (σιχαμένος αυτοϋποβιβασμός για να μην πληγωθώ και καλά)- στην Είσοδο του Σταθμού του Μοναστηρακίου, καταραμένος Οκτώβρης (σημαδιακός μήνας για τα ερωτικά μου από καταβολής κόσμου) 1975. Πυρετός 38 επί τέσσερις μέρες απ’ τη στενοχώρια. Βρε δεν είμαι καλή, είμαι κι εγώ χάλια, όπως εσύ, αδύνατον να τον πείσω!
Νίκος, Νικόλας, Νικολός, Νικόλαος με τα όλα του!
Καλή του ώρα!
ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ Σ’ ΟΣΟΥΣ ΓΙΟΡΤΑΖΟΥΝ ΣΗΜΕΡΑ
Καλή ξεκούραση...
Νομίζω ότι μερικοί λαμπεροί άνθρωποι λαμβάνουν το δώρο της μακροζωΐας, για να μπορέσουν να φέρουν σε πέρας το λαμπρό τους έργο στην ανθρωπότητα. Ένας απ’ αυτούς κι ο Nelson Mandela...
Never been away from the healing game...
...ανήμερη...
...κάπου στη Σουηδία, η θέα απ’ το σπίτι φίλης...χτες πάλι είχαν διακοπή ρεύματος σχεδόν για όλη τη μέρα. Πολύς αέρας μου έγραψε...
Το να σας κουτσουλήσει περιστέρι, έτσι εν ψυχρώ, στη μέση του δρόμου, δεν είναι γούρι, όπως μου είπε η κυρία που πήρα λουλούδια στη λαϊκή...
Είναι κλοπή πορτοφολιού.
Όπερ συνέβη πριν μια ώρα...
Με τις υγείες μου και το κουτσούλισμα και η κλοπή!
Καλά να πάθω!!!
Άνοιξαν το σακίδιο του ποδηλάτου και το πήραν!!!
Μαγικά, σε κλάσμα δευτερολέπτου, καθώς άπλωνα το χέρι μου να πάρω μυρωδικά διάφορα.
Παραίνεση. Μη βαστάτε πορτοφόλι, ούτε στη λαϊκή, ούτε στη θάλασσα για μπάνιο...και χρήματα τα απολύτως απαραίτητα!
Εγώ συνήθως αυτό κάνω, σήμερα πήρα το πορτοφόλι, με τη σιγουριά του ποδηλάτου. Ευτυχώς λίγα χρήματα, αλλά η ταυτότητα πάει! Τρεξίματα τώρα!
πολλές φωνές! μπλέκονται πολλές φωνές!!!
Για τέτοιου είδους σπάνια πράγματα το youtube είναι σημαντικό και πέρνω πίσω που κάποια στιγμή το καταχέρισα σε διάφορες κουβέντες για το διαδίκτυο και τον εθισμό του...
τ’ ακούω ξανά και ξανά και τρελαίνομαι με τις παύσεις τις σύντομες εκφράσεις, τις αλλαγές στη χροιά της φωνής και της έκφρασης...μεγάλο μέγεθος...δεν το χορταίνω...είμαι μαγεμένη...
Απ’ την Έλλη δεν έχω συνέλθει ακόμα. Την ακούω ακατάπαυστα.
Όμως απόψε παίζει Ella,
όλο το βράδυ
και διαλέγω το αντιμελαγχολικό τραγουδάκι της, για το ερημικό τελευταία σαλονάκι μας... σαν μήνυμα αισιοδοξίας...
γιατί η Έλλη μας έχει καταρακώσει...αλλά επιμένουμε να την ακούμε...μαζοχιστικές τάσεις; δεν ξέρω...ίσως...
Ευτυχώς υπάρχει η Μάϊντα πάντα χαρούμενη και παιχνιδιάρα και φαγού...όρμησε κι έφαγε τα σάντουιτς στο σαλονάκι...κλέφτρα με πατέντα και στάμπα...
έχει μείνει όμως ημίγλυκο κρασί, σαν ήρεμος ήλιος πριν τη δύση του και τυριά με κριτσινάκια ολικής,,,
έχει και φουρνιστές ελιές για την Ελένη που ίσως νηστεύει...ή και για όσους νηστεύουν...
έχει και τσάϊ Κεϋλάνης που μας αρέσει πολύ, με προζυμένιο μαύρο ψωμί και άλειμμα από μέλι, τριμένη καρύδα κι αβοκάντο...πάλι για όσους νηστεύουν,
αλλά και για μας τους αδύναμους κι απείθαρχους, τους άναρχους, τους αφορισμένους,
μέρες που είναι κι έρχονται και οι καλλικάντζαροι όσο να’ναι κι ο Άη-Βασίλης...αμ αυτόν πού τον πας; να δω πως θα τα καταφέρω μ’ αυτόν...
στείλατε άραγε τις επιστολές με τις επιθυμίες σας; Κάντε το εγκαίρως. Έχει πολύ δουλειά φέτος, έτσι που’χουν τα πράγματα ή έτσι που δεν έχουν καθόλου...
εγώ σκέφτομαι ακόμα, τι απ’ όλα τα χαοτικά κενά που αντιμετωπίζω να καλύψω με το αίτημά μου...φοβάμαι στο τέλος, έτσι που το πάω, τίποτα δεν θα ζητήσω...
Έλα σε μένα, μελαγχολικό μωρό μου Δόσε μι’ αγκαλιά και μην μαυρίζεις Όλοι οι φόβοι σου είναι ανόητοι, ίσως ξέρεις αγαπημένε, ότι είμαι ερωτευμένη μαζί σου. Κάθε σύννεφο πρέπει να έχει ένα επίχρισμα από ασήμι. Περίμενε κι ο ήλιος θα λάμψει. Δόσε μιαν αγκαλιά αγαπημένε καθώς φιλώ κάθε δάκρυ αλλιώς θα μελαγχολήσω κι εγώ Κάθε σύννεφο πρέπει να έχει ένα επίχρισμα από ασήμι Περίμενε κι ο ήλιος θα λάμψει Σε παρακαλώ δόσε μι’ αγκαλιά αγαπημένε μου καθώς φιλώ κάθε δάκρυ για να το διώξω αλλιώς θα μελαγχολήσω κι εγώ
Κάνει κρύο...έρχεται και χιονιάς...βγάζω απ’τα βαλιτσάκια μου στο ακατάστατο κονάκι μου σκούφιες, κασκώλ, γάντια και τα τοιαύτα...και πέφτω σ’ AYTO:
και ξυπνάει η Αλητόγατα μέσα μου, γιατί αυτό είναι το δώρο που μου έκαναν οι Αλητόγατοι, εκεί κάπου στις αρχές του 2009, μετά το θρυλικό FIRST OF YEAR RIDE, περί τα ογδόντα άτομα εκείνη τη μέρα, νούμερο για τη φάση εκείνη αρκετά υψηλό, όπου είχα τη χαρά και γλέντησα αφάνταστα την πρώτη φορά που έκανα catering για τους συντρόφους μου ποδηλάτες, για ένα πάρτυ που θα ακολουθούσε μετά, σ’ ένα μπαράκι στο Θησείο.
(εντάξει ξέρω μεγάλες προτάσεις=συγκίνηση κι ενθουσιασμός)
Απ’ τα πιο ωραία αισθήματα.
Κάτι ώρες, με τα κρασιά και τα σάντουιτς μοιρασμένα σε διάφορα σακίδια, να ποδηλατούμε μεσ’το κρύο, με τους ζητάδες πίσω μας, να παίζουμε ένα παιχνίδι και καλά, για να τους βάζουμε τα δύσκολα, αλλά αυτοί τίποτα.
Ν’ανεβοκατεβαίνουμε πεζογέφυρες στη εθνική οδό και δεν συμμαζευόταν τι άλλο. Ογδόντα τρελαμένοι.
Εμείς με τα βάρη στα ποδήλατα, μας είχε βγει το λάδι κυριολεκτικά...Εγώ ως η “μάνα του λόχου” είχα βοήθεια στις πεζογέφυρες, αλλιώς θα είχα λιποθυμήσει από εξόντωση. Ήμουν κι άμαθη τότε σε κοπιώδεις καταστάσεις...μα εντελώς άμαθη...
Αλλά τρελή απόλαυση και στο τέλος, βράδυ πια, στο μπαράκι και οι ζητάδες μαζί, που τελικά τους τρατάραμε απ’ τους μεζέδες και λίγο κρασί για το κουράγιο τους...
Τεράστιο χαϊλίκι αν το θέλετε και σε δράση και σε ήθος...
εγώ έτσι το έχω μέσα μου τουλάχιστον...
και για να ξυπνήσω τα αίματα όσων Αλητόγατων είναι ακόμα ανάμεσά μας...που είναι αρκετοί κι ας μη μιλάνε...να’τα μας: ΠΡΩΤΑ ΚΑΝΤΕ ΠΟΔΗΛΑΤΟ ΚΙ ΑΡΓΟΤΕΡΑ ΣΚΕΦΤΕΣΤΕ (RIDE FIRST THINK LATER)
Σημείωση (εδώ μιμούμαι τον νονό μου!): guys, το καπέλο αυτό φέτος θα το φορέσω κατά κόρον. Τότε με μαλλί μισό εκατοστό στο κεφάλι μου ήταν πολύ μεγάλο. Κατέβαινε στη μύτη μου. Τώρα με την αφάνα έχει έρθει κουτί. Φιλιά σε όλους σας!!!
...they call it stormy Monday...
Τη φωνάζουν
ανταριασμένη Δευτέρα,
αλλά κι η Τρίτη δεν πάει πίσω.
Κύριε,
και η Τετάρτη είναι χειρότερη
και η Πέμπτη ολόκληρη,
τόσο θλιβερή.
Ο αητός πετάει την Παρασκευή.
Το Σάββατο βγαίνω για να παίξω.
Την Κυριακή πάω στην εκκλησιά.
Θα γονατίσω να προσευχηθώ.
Κύριε,
γίνου σπλαχνικός
Κύριε,
δείξε συμπόνοια σε μένα.
Γίνου φιλεύσπλαχνος
Λυπήσου με.
Αν και προσπαθώ
και ξαναπροσπαθώ
να βρώ το μωρό μου,
ας βρεθεί κάποιος,
παρακαλώ!
να την στείλει σπίτι
σε μένα.
Allman Brothers, στα καλύτερά τους, ακόμα και τώρα που μεγαλώνουν, παρέα με τον άλλον που κι αυτός μεγαλώνει ωραία...
Το αδέσποτο της φωτογραφίας απάγγιασε στη φάτνη έξω από μια εκκλησία. Το βρήκαν εκεί να κοιμάται με το θείο βρέφος. Το πήραν στο σπίτι. Δεν είναι πια στο δρόμο...