Το ιστολόγιο του/της ofios

ΚΟΥΦΑΛΕΣ...

Δεν την ένοιαζε το ποδήλατο. Σκοτίστηκε για το ποδήλατο. Τις Παρασκευές πήγαινε στην βόλτα για να ψωνίζει κανένα γκόμενο. Ούτε γκόμενο δηλαδή, καμμιά ξεπέτα της μιάς ώρας, έτσι, να κάνει την χάρη σε κείνο το κομμάτι του εαυτού της που δεν άντεχε χωρίς πήδημα. Εννιά χρόνια με τον μαλάκα τής φτάνανε και της περισσεύανε, δεν χρειαζότανε κι’ άλλον να τον ψυχαναλεύει και να τον μαμακίζει. Ούτε να τον σκέφτεται.

ΕΞΩΤΙΚΑ ΤΟΠΙΑ

Μετά είναι η μοναξιά. Μια διαφορετική μοναξιά από ‘κεινες που γνωρίζουν οι άλλοι. Την βρίσκεις εκεί, πίσω απ΄την πόρτα του σπιτιού μόλις το κλειδί κάνει εκείνο το κλακ και παραμερίσει η πόρτα.
Ανοίγει τότε η μεγάλη τρύπα που πιάνει όλο το σπίτι, σε καταπίνει και περιδινίζεσαι μέσα της μέχρι το επόμενο βράδυ. Για την ακρίβεια, μέχρι τη στιγμή που το βουρτσάκι του μέηκ απ φορτωμένο μπογιά θα αρχίσει να χαϊδεύει τοξενυχτισμένο πρόσωπο, ως την ώρα που ο εαυτός θα είναι έτοιμος για να βγεί να περπατήσει εκείνα τα μαρτυρικά διακόσια μέτρα μέχρι το πόστο στον δρόμο.
Σ’ εκείνα τα μέτρα μέσα δεν ανήκεις σε κανένα σύμπαν. Είσαι και ο κάτοικος της γειτονιάς, εισαι και η ντροπή της. Μέχρι να φτάσεις στην πασαρέλλα.

ΠΟΔΗΛΑΤΟ ΑΠ' ΤΟ ΠΡΑΚΤΙΚΕΡ..!

Στάσου! Θα βάλω ένα σχόλιο ακόμη και θα βγω γιατί μετά το πρωί δεν θα σηκώνομαι με τίποτε. Και στην δουλειά το ίντερνετ είναι κομμένο βεβαίως-βεβαίως, γιατί ο νέος διευθυντής προσωπικού θεωρεί πως άμα δεν μπαίνεις στο ίντερνετ δουλεύεις περισσότερο. Σκατά στη μάπα σου, ρε σφογγοκωλάριε!.
Άμα δε μπαίνω στο ίντερνετ κάθομαι και παίζω σουντόκου μέσα στο ανοιγμένο ντοσιέ με τα ροζ δελτία αποστολής. Αλλά, και πάλι την μάχη την κερδίζει ο κερατάς ο γραφειοκράτης και χάνω την επαφή με το site και μου σπάνε και τα νεύρα!

Λοιπόν, έλεγα ότι: «Α-γα-πη-τέ pla-ton η κα-σέ-τα 11-32 δεν ται-ρι-ά-ζει με τη συ-μπε-ρι-φο-ρά του μο-ντέ-λου που έ-χεις, προ-τί-μη-σε κά-τι σε sun-tour» και logout και καληνύχτα σας, πλένω δόντια και την πέφτω.

Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΤΩΝ ΠΟΝΤΙΚΙΩΝ

Τα ποντίκια πήγαιναν κι’ έρχονταν χωρίς να φοβούνται πλέον. Τον είχαν συνηθίσει και τα είχε συνηθίσει. Καμμιά φορά, μόλις άνοιγε τα μάτια του έμενε ακίνητος και τα παρατηρούσε. Δεν υπήρχε κάτι για να σιχαθεί. Ζούσαν συντροφιά στο ίδιο υπόγειο της ακατοίκητης μονοκατοικίας εδώ και κάτι μήνες. Στα ίδια βρωμόνερα πλατσούριζαν και τα ποντίκια και αυτός. Τα ίδια ξεροκόμματα μασούλαγε κι’ αυτός με ‘κείνα.