Ιστολόγια

Μισός ήλιος

Για εκείνον το ποδήλατο δεν ήταν επιλογή τον καιρό εκείνο. Ανάγκη ήταν.
Γιατί χρήματα δεν είχε, ούτε ταυτότητα για να πιστοποιήσει την ύπαρξή του. Ακόμα όμως κι αν κατάφερνε να τρυπώσει σε ένα βαγόνι, ήταν τόσα πολλά τα μπλόκα που δεν θα κατάφερνε σίγουρα να φτάσει στον προορισμό του. Οι φήμες λέγανε πως μέχρι και τρείς μέρες έκανε το τρένο από τον βορρά για την Αθήνα, λόγω των συχνών στάσεων και των ελέγχων. Για μια απόσταση που άλλοτε έκανε σε 12 ώρες.
Εργαζόταν περιστασιακά στα χωράφια με όποιο τρόπο μπορούσε κι αυτό του εξασφάλιζε μια κάποια τροφή και μια φτωχική στέγη, σε υπόγεια-αποθήκες και σε στάβλους όπου τα ζώα κοιτούσαν με περιέργεια αυτό το αυτοσχέδιο κομμάτι ξύλου, το τυλιγμένο με πατσαβούρες, που φύτρωνε κάτω από την μασχάλη του για να καταλήξει εκεί που θα κατέληγε το πόδι του λίγους μήνες νωρίτερα.
Δεν είχε και πολλές μνήμες από το νοσοκομείο. Σαν να ξημέρωσε μια μέρα και- έτσι απλά- του έλειπε ένα άκρο.
Μόνο τις νύχτες θυμόταν, εκείνες τις νύχτες στο νοσοκομείο, όπου πάσχιζε κοιτώντας τα χιλιάδες αστέρια του ανοιξιάτικου ουρανού να δει ξανά τα μάτια της, δυο μαύρα πηγάδια που αντανακλούσαν στον βυθό τους μια μικρή λάμψη από το φεγγάρι που απομακρυνόταν από τη γη τους, όσο σε αυτή τη γη, πλησίαζε ο πόλεμος.
“Δεν θα σε αφήσω μόνη, για κανένα λόγο!” της έλεγε, τη νύχτα πριν την αναχώρηση.
Την επόμενη μέρα θα την έβλεπε να στέκεται σιωπηλή στην αποβάθρα, με τα μαύρα της μάτια να αντανακλούν το φως που χανόταν, την ώρα που μια γειτόνισσα του έσπρωχνε καραμέλες και τσιγάρα στην τσέπη.
Μα όταν είδε τον εαυτό του, σακάτη στα 22 του, αποφάσισε πως δεν θα γυρνούσε πίσω. Οι σακάτες δεν μπορούν να προσφέρουν πολλά πράγματα στους ανθρώπους που αγαπάνε, μόνο πόνο και λύπηση. Κι ήταν το βλέμμα αυτό κάτι που ήξερε καλά, το έβλεπε αποτυπωμένο στα πρόσωπα εκείνων που του έδιναν ψευτοδουλειές για να μπορέσει να ζήσει με μια κάποια αξιοπρέπεια.

Παύση

27 λεπτά πριν τις 8.
Μόνο το κόκκινο ποδήλατό του ξεχώριζε κι όλα τα υπόλοιπα ήταν γκρίζα και μουντά.
Είχε σταματήσει για να πάρει μια ανάσα και να ξεκουράσει τα γόνατά του. Παρατηρούσε τον κόσμο που κατηφόριζε βιαστικά τα πεζοδρόμια, τα αυτοκίνητα που στριμώχνονταν στους στενούς δρόμους κι όλα αυτά στην ευθεία μπλέκονταν και κατέληγαν σε μια θολή γκρίζα γραμμή που προχωρούσε με θόρυβο κάτω από τον συννεφιασμένο ουρανό. Το σκουριασμένο αίμα αυτής της απρόσωπης πόλης. Άνθρωποι που έτρεχαν να προλάβουν, που σκέφτονταν τις δουλειές τους, που δεν σταματούσαν να κοιτάξουν γύρω τους, να κάνουν μια παύση... Τόσοι άνθρωποι κλεισμένοι σε λαμαρίνες και σε ρολόγια, γρανάζια μιας πόλης χωρίς άλλες αντοχές, χωρίς όνειρα, δίχως χρόνο.
14 λεπτά πριν τις 8.
Είχε αγκαλιάσει την κούπα με τον καφέ και κοίταζε την αντανάκλαση του στο βυθό. Πρώτη μέρα στη δουλειά σήμερα, ήθελε να κάνει καλή εντύπωση. Ευτυχώς το γραφείο ήταν μόλις δύο στενά από το καφέ κι έτσι δεν θα χρειαζόταν να τρέξει. Το πλήθος συνέχιζε να κυλά στον ίδιο ρυθμό και οι πρώτες χοντρές ψιχάλες έπεσαν με δύναμη στη τζαμαρία. Ακούμπησε το μέτωπο του στη γροθιά του και μύρισε ξανά το άρωμα της, απομεινάρι μιας πρωινής αγκαλιάς που κρατούσε πάντοτε λιγότερο από ότι θα έπρεπε. Όσο την σκεφτόταν, αδυνατούσε ακόμα περισσότερο να καταλάβει γιατί οι άνθρωποι γύρω του σχημάτιζαν γκρίζες γραμμές. “Ίσως”, σκέφτηκε, “να μην έχουν το άρωμα κάποιας αγκαλιάς στον καρπό τους. Κι ίσως ακόμα να μην έχουν μια αγκαλιά και γι' αυτό ξέχασαν να ζουν”.
3 λεπτά πριν τις 8.
Έβρεχε, πάει η καλή εντύπωση. Καβάλησε το ποδήλατο του, και βγήκε στον δρόμο με το σκουριασμένο αίμα που συνέχιζε να κυλάει το ίδιο μηχανικά και με τον ίδιο θόρυβο. Είχε ανάγκη αυτή τη δουλειά, η θέση ήταν καλή. Είχε ανάγκη και από ένα αδιάβροχο, αλλά αυτό έπρεπε να το είχε σκεφτεί νωρίτερα. Ένα λεωφορείο πέρασε δίπλα του και την επόμενη στιγμή ήταν καλυμμένος με τα γκρίζα νερά του δρόμου.

Βολτα προς Αναβυσσο (φωτο)!

2/11
Τελιικα,δεν μειναμε με την ελπιδα να φτασουμε..Τα καταφεραμε!Ειμασταν 12 ποδηλατες που θα μπορουσαν να φτασουν και Λαυριο...(αλλα ειπαν να το αναβαλλουν προσωρινα)!Ηταν απολαυστικη η διαδρομη ειδικα απο τα λιμανακια και μετα,που ειχαμε στα δεξια μας τη θαλασσα και χωρις πολλα αυτοκινητα εισπνευσαμε και λιγο καθαρο αερα!Χαλαρωσαμε και με την ησυχια που επικρατουσε απο την Σαρωνιδα και μετα...
Συζυτησεις και πλακιτσες στο δρομο,ο emfragmatias κοιτουσε την ωρα να παρει τα χαπια του και οι υπολοιποι "ντοπαριζομασταν" με τα bars της Ξενιας και του Τιμου!Υπηρξε και διαλειμμα σε ζαχαροπλαστειο,αλλα ψαχνοντας για κατι πιο αλμυρο στα γυρω μαγαζια δεν προλαβα να απαθανατισω αυτη τη στιγμη!
....και πολλα αλλα βεβαια.Περιμενουμε κι αλλους στις επομενες βολτες!

*Το email μου για να σας στειλω τις φωτο φαινεται παρακατω.
**Νεο blog λεω να δημιουργηθει στην επομενη ή μεθεπομενη βολτα.Προς το παρον,νομιζω οτι ειναι καλυτερα να ευπαρχει μια πληρεστερη εικονα μας.Να υπαρχουν φωτο απο 2-3 βολτες.
-------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
27/10
ΔΗΛΩΣΤΕ ΣΥΜΜΕΤΟΧΕΣ ΓΙΑ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΤΗ ΒΟΛΤΑ Νο2 !ΕΥΕΛΠΙΣΤΩΝΤΑΣ ΝΑ ΦΤΑΣΟΥΜΕ ΑΝΑΒΥΣΣΟ!
ΤΗΝ ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΤΗ ΒΛΕΠΕΤΕ ΣΤΟ ΕΠΙΣΥΝΑΠΤΟΜΕΝΟ ΑΡΧΕΙΟ.ΜΑΣ ΤΟ ΕΤΟΙΜΑΣΕ Ο Mongoose!ΣΥΝΤΟΜΑ ΘΑ ΜΑΣ ΔΩΣΕΙ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ...
-----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
ΕΝΩΘΗΚΑΜΕ ΑΠΟ ΑΓ.ΔΗΜΗΤΡΙΟ,ΗΛΙΟΥΠΟΛΗ,ΠΑΤΗΣΙΑ,ΦΑΛΗΡΟ...ΠΕΡΑΣΑΜΕ ΠΟΛΥ ΩΡΑΙΑ!Η ΠΑΡΕΑ ΗΤΑΝ ΠΟΛΥ ΕΥΧΑΡΙΣΤΗ ΚΑΙ ΜΕΣ ΤΟ ΧΙΟΥΜΟΡ ΟΛΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ!ΝΑ ΤΟ ΚΑΝΟΝΙΣΟΥΜΕ ΣΥΝΤΟΜΑ ΠΑΛΙ!...ΑΛΛΑ ΟΧΙ ΠΟΛΥΥΥΥ ΣΥΝΤΟΜΑ ΜΠΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΑΞΩ ΠΟΔΗΛΑΤΑΚΙ ΚΑΙ ΔΕΝ ΚΥΝΗΓΑΩ ΤΟΝ ΨΗΛΟ ΦΙΛΟ ΜΑΣ, ΧΡΗΣΤΟ, ΑΠΟ ΠΙΣΩ!! :-))
ΑΛΛΙΩΣ....ΕΧΩ ΣΚΟΙΝΙ ΣΤΟ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟ ΓΙΑ ΡΥΜΟΥΛΚΙΣΗ!

ΣΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ ΒΟΛΤΑ ΒΕΒΑΙΑ,ΘΑ ΠΑΕΡΙΜΕΝΟΥΜΕ ΝΑ ΜΑΣ ΕΡΘΕΤΕ ΚΑΙ ΕΣΕΙΣ ΠΟΥ ΤΟ ΑΝΑΒΑΛΛΑΤΕ ΤΗΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΣΤΙΓΜΗ,ΛΟΓΩ ΚΡΥΩΜΑΤΩΝ,ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ Κ.Λ.Π.

ΑΣ ΜΑΣ ΑΠΟΛΑΥΣΟΥΜΕ ΛΟΙΠΟΝ....ΠΟΛΛΑ ΕΓΡΑΨΑ.

Categories: 

Το καλύτερο που μένει

Είχε διαβάσει περισσότερα από είκοσι βιβλία τις τελευταίες δυο εβδομάδες, ανάμεσα στα οποία ο τόμος με την ιστορία της τέχνης που είχε κάνει στο πανεπιστήμιο, δοκίμια, βιογραφίες ζωγράφων, και κάποια άλλα βαρετά, με αναλύσεις των διαφορετικών τεχνικών... Η ζωή του είχε πάρει έναν παράξενο, άγνωστο, ανεξέλεγκτο δρόμο που, αντί να τον φοβίζει, τον γέμιζε με ένα παράξενο συναίσθημα βίαιης προσμονής. Κι ίσως η αιτία γι' αυτό να ήταν η ανάγκη της καρδιάς για συγκινήσεις. Τόσους μήνες μόνος, όλα μοιάζανε ίδια κι όλα τα πρωινά φέρναν τα ίδια μεσημέρια κι αυτά με τη σειρά τους, τα ίδια βράδια κουβαλούσαν. Τότε, σκεφτόταν, πως ίσως μονάχα ένα παιδικό πάθος θα μπορούσε να βάλει φωτιά στην καρδιά! Γιατί από μικρός τίποτα δεν του έδινε μεγαλύτερη χαρά, από το να ζωγραφίζει!
Ο ηλικιωμένος ζωγράφος, που είχε τύχει να γνωρίσει σε μια φιλική παρέα, του είχε πει πως θα του δίδασκε ζωγραφική, κάποια βασικά πράγματα τουλάχιστον. Αλλά αντί να τον καλέσει στο ατελιέ του, να του εξηγήσει διαφορετικές τεχνικές και να τον βάλει να πειραματιστεί, όπως περίμενε, του είχε ζητήσει να αγοράσει ένα ποδήλατο! Όχι χρώματα, πινέλα, κάρβουνα και καμβάδες! “Με το ποδήλατο πας αργά, βλέπεις κι έχεις ακόμα τον χρόνο να καταλάβεις αυτά που βλέπεις...” είχε απαντήσει στο απορημένο του ύφος.
Και νάτος τώρα, να ασθμαίνει πάνω σε ένα παλιό ποδήλατο που είχε πάρει δανεικό (γιατί τι σόι ιδέα ήταν αυτή, να αγοράσει ποδήλατο για να μάθει να ζωγραφίζει;) δίπλα στον ζωγράφο. Ήθελε να τον ρωτήσει τόσα πολλά πράγματα αλλά φοβόταν πως θα γινόταν κουραστικός ή πως θα έλεγε κάτι ανόητο κι έτσι σώπαινε. Και σιωπηλός άκουγε τον ήχο της ανάσας του και το μονότονο μουρμουρητό της αλυσίδας στις κατηφόρες.