Ιστολόγια

ΜΙΣΟΣ

Σκατά! Το πούλησα το ποδήλατο και να πάτε να χεστείτε όλοι σας!

Βαρέθηκα τόσο κακό για το τίποτα, τόσον ιδρώτα για την κάθε κωλοανηφόρα, τόσο φόβο για τον κάθε κομπλεξικό με δανεικό αυτοκίνητο, τόσο κόπο για να με προσέξει το κωλοκράτος και να σεβαστεί τα δικαιώματά μου!

Από σήμερα είμαι ένας απ’ αυτούς με τ’ αυτοκίνητα, που σας κυττάνε παράξενα!

Στιγμές πριν το ξύπνημα της πόλης

Ο δρόμος γλιστράει κάτω από τα πόδια μου. Ο αέρας με χτυπάει στο πρόσωπο χαρίζοντας μου μια αίσθηση ελευθερίας που με κάνει να ξεχνάω οτι είμαι πάνω στο ποδήλατο, απλά επιπλέω με πάθος στους δρόμους μιας πόλης που ακόμα κοιμάται. Είναι κατηφόρα. Και είναι ξημερώματα. Τα παραθυρόφυλλα είναι κλειστά, κι ίσως να είμαι ο μοναδικός άνθρωπος στην πόλη που είναι ξύπνιος, ο μόνος άνθρωπος που νιώθει την υγρασία να τον τυλίγει και τον ιδρώτα να κυλάει στα πόδια του, ζωντανός, τόσο ζωντανός... Δεν χορταίνω την οσμή του πρωινού κι οι ανάσες μου γίνονται πιο σύντομες και βαριές. Η καρδιά χτυπάει σαν τρελή και μικρά αγκομαχητά ξεπηδάν από το στήθος μου. Οι ταχύτητες αλλάζουν, κάθε “κλακ” σκληραίνει το πετάλι και τα πόδια μου σπρώχνουν πιο δυνατά σε τούτο τον δρόμο που απαλά απλώνεται μπροστά μου. Είναι η στιγμή που μου ανήκει ο δρόμος, η πόλη κι ο κόσμος.
“Κλακ” οι μύες των ποδιών μου ζεματάν. Δεν είναι η κατηφόρα που με παρασέρνει, είμαι εγώ που τρέχω. Είμαι εγώ που αποφασίζω και δεν ακολουθώ τίποτα πια. Η κούρσα γίνεται νευρική, χορεύει πάνω στο έδαφος, τα βήματά της είναι ανάλαφρα, αρκεί η σκέψη και το σώμα στρίβει, υπακούοντας στην υγρασία και την ελευθερία. Σκύβω το σώμα περισσότερο κι αφουγκράζομαι τον ήχο της ασφάλτου που μου παραδίνεται.

Οι πολύχρωμες μπότες

Μέχρι εκεί που έφτανε το μάτι, μπορούσες να δεις ότι όλοι φορούσαν αυτές τις καινούργιες πολύχρωμες μπότες, που ήταν πολύ της μόδας, αλήθεια! Δερμάτινες, πλαστικές ακόμα και ξύλινες, με ρίγες ή πουά, με σχεδιάκια κάθε λογής, διακοσμημένες με χνουδωτές μπάλες ή με πολύχρωμα φτερά ή ακόμα και με κοσμήματα και μεταλλικά σχεδιάκια... Κίτρινες, κόκκινες, πράσινες, πορτοκαλί, με τους πιο τρελούς συνδυασμούς χρωμάτων, πουθενά δεν έβλεπες γκρίζες ή καφέ, παρά φανταχτερά γουνάκια και κουδουνάκια για να κάνουν θόρυβο, λαμπάκια για να κάνουν αίσθηση τη νύχτα... Ακόμα και ο δήμαρχος της πόλης είχε μια με αστεράκια και δυο μεγάλες κουδούνες στη φτέρνα για να κάνει τονίζει με τον τρόπο αυτό, το κύρος του!
Αυτό το πολύχρωμο πλήθος κοιτούσε κι εκείνος κι έπειτα έσερνε με λύπη το βλέμμα του στα παλιά, μισοσκισμένα, γκρίζα αθλητικά του παπούτσια... Φαίνεται πως όλοι οι άνθρωποι είχαν βρει έναν κώδικα επικοινωνίας που τους ένωνε και τον είχαν κλείσει απέξω, πράγμα που τον έκανε να νιώθει μόνος. Κι ακόμα πιο μόνος ένιωθε γιατί όλοι του οι φίλοι, που είχαν τρέξει να προμηθευτούν αυτές τις τρελές πολύχρωμες μπότες, του είχαν ακυρώσει το ραντεβού για την συνηθισμένη ποδηλατοβόλτα της Κυριακής. Ήταν που δεν βόλευαν, οι γούνες μπλέκονταν στα γρανάζια, τα χρώματα λερώνονταν από την αλυσίδα, και δεν ήταν και ότι πιο ξεκούραστο γενικά, άσε που γλιστρούσαν πάνω στο πετάλι... Κι έτσι συνέχισε την μοναχική του βόλτα με το ποδήλατο, χαζεύοντας το πολύχρωμο πλήθος που έδειχνε τρομερά ευτυχισμένο.

contact