Το ιστολόγιο του/της fantasmamore

4 εικόνες

Μια εικόνα γαλήνης

Στέκομαι τώρα κάτω από τον πλάτανο. Έχω ακουμπήσει το ποδήλατο στον κορμό, έβγαλα και τα παπούτσια για να ξεκουραστούν τα πόδια μου πάνω στο δροσερό γρασίδι... Παράξενο που είναι έτσι πράσινο, στην καρδιά του καλοκαιριού... Ίσως ο ίσκιος του δέντρου να ήταν αρκετός για να κρατήσει την γη ζωντανή, όπως κρατά και μένα δροσερό, δροσερό και ήρεμο. Τι πιο όμορφο από το θρόισμα των φύλλων, το παιχνίδισμα του ήλιου, την μυρωδιά της γης... Τόση αρμονία που ένιωθα πως βρισκόμουν σε μια αληθινή αγκαλιά. Κι η κούραση έτρεχε από τα άκρα μου, σαν την βροχή του φθινοπώρου...

Κι η καταστροφή, να είναι λίγα μόνο χιλιόμετρα μακρυά.

Μέσα από τα φύλλα μπορούσα να δω τον καπνό που σιγά σιγά γέμιζε τον ουρανό με ένα αποκρουστικό γκρί – καφέ χρώμα. Από την κατεύθυνση του ανέμου μπορούσα να καταλάβω ότι αν δεν την σταματούσαν οι πυροσβέστες ή αν δεν άλλαζε η κατεύθυνση του ανέμου, πριν βραδιάσει, η φωτιά θα έφτανε στον μικρό πλάτανο κι ίσως την επομένη να έβρισκα μονάχα τις στάχτες από ότι ήταν για μένα εκείνη την στιγμή μια μικρή όαση.
Αλλά εκτός από την δυσοίωνη στήλη καπνού, τίποτα δεν προμήνυε τον θάνατο, ακόμα κι ο αέρας ευωδίαζε, θαρρείς, ακόμα πιο δυνατά. Και το νεαρό δεντράκι έμοιαζε ανίκητο, προορισμένο να φιλοξενήσει στην τρύπια αγκαλιά του, πολλούς ποδηλάτες κι οδοιπόρους, περαστικούς ταξιδιώτες κι ανθρώπους εφήμερους με αναζητήσεις κι όνειρα κι ανάγκες, εξίσου εφήμερες...
Όταν τελείωσα το νεράκι μου, κι αφού τα πόδια μου είχαν πια ξεκουραστεί για τα καλά, ανέβηκα στην σέλα και συνέχισα το ταξίδι μου, τραβώντας πρώτα τον μικρό πλάτανο μια φωτογραφία. Λένε πως οι φωτογραφίες είναι μοναδικές γιατί αποθανατίζουν μια στιγμή, μια στιγμή που ποτέ δεν θα είναι ίδια, ποτέ δεν θα μπορεί να επαναληφθεί.
Εγώ ήθελα απλά να μπορώ να θυμάμαι πως εκεί υπήρχε ένας μικρός πλάτανος. Τίποτα παραπάνω.

Πεταλοφαγωμάρα

Κάνω πετάλι πολύ πολύ γρήγορα, γιατί είμαι πολύ πολύ θυμωμένος. Ακούς εκεί, να μου πει τέτοια πράγματα, σε εμένα προσωπικά! Και να φανταστείς ρε φίλε πως πριν μάθω το nickname του, τον συμπαθούσα, και κάθε φορά που συναντιόμασταν σε βόλτα μιλάγαμε με τις ώρες για τα ποδήλατά μας, το τι μας συνέβαινε στον δρόμο, ανταλλάσσαμε ιδέες για διαδρομές... Αλλά από την στιγμή που μου αποκαλύφθηκε, τελείωσαν όλα αυτά. Τι νομίζει δηλαδή; Το ξεχνάω εγώ αυτό που είχε πει τότε, σε εκείνο το ποστ που χωρίς να ξέρει την τύφλα του από αναρτήσεις είχε προτείνει αυτές που εγώ θεωρούσα άχρηστες; Και είχε και το θράσος να με ρωτάει αν τις έχω δοκιμάσει κι όλα!
Πολύ πολύ πετάλι, πολύ πολύ γρήγορα. Πολλά πολλά νεύρα, με νιώθεις νομίζω...
Το φόρουμ έχει γίνει χάλια, πολύ πολύ χάλια. Ξεχνάει κανείς ποιος ίδρυσε την ομάδα των bikings? Ποιος είναι αυτός που πρωτοφόρεσε το κράνος με τα κέρατα και την στολή από δέρμα κατσίκας σε βόλτα; Κι όμως εκεί, αυτός ο βλαμμένος που υπογράφει σαν piso_ektroxiastis με τον άλλο τον βλαμμένο, αυτόν τον stravo-timoni, να μου λέει πως ήταν στην ομάδα που ξεκίνησε τις βόλτες πολύ πριν έρθω εγώ. Τι να του πεις τώρα, πολύ πολύ βλάκας ρε παιδάκι μου, σαν αυτόν τον άλλο, τον ntiza-selas.
Ναι, άλλος αυτός, πως να τον ξεχάσεις... Όλο τα vromusa πήγαινε και προωθούσε, άντε και κανένα sureal, κανένα hocus-pocus, κανένα carriera, κανένα από αυτά τα ιταλικά τα babi... Αλλά το κόλλημα με το vromusa με χαλούσε! Δηλαδή, ντε και καλά να έχει άποψη, μια άποψη αυτός, μια εγώ, μια ο άλλος, πάει, το γ*μήσαμε το θέμα! Εξάλλου όλοι το ξέρουν πως οι γνώμες είναι σαν τις κωλοτρυπίδες, ο καθένας έχει κι από μία. Πολύ πολύ μου άρεσε αυτή η φράση, δίνει στην γνώμη την αξία που της ταιριάζει!

Η ιστορία του αυτοτσούλητου

Ο Αδάμ ένιωθε μεγάλη μοναξιά εκείνον τον καιρό. Τι ο Θεός του πήγαινε όλα τα ζώα για να παίξει, τι του έφτιαχνε ουράνια τόξα, τι γέμιζε τον τόπο με ευωδιές, τίποτα...
Ο Αδάμ ήταν μόνος του.
Ο Θεός φυσικά ήξερε τι χρειαζόταν ο Αδάμ, ένας Θεός ξέρει πάντα τα πάντα, αλλά δίσταζε να δημιουργήσει μια γυναίκα. Ήταν και διορατικός πως να το κάνουμε, ήξερε ήδη την ιστορία με το φίδι και τον απαγορευμένο καρπό και προσπαθούσε να το καθυστερήσει όσο μπορούσε. Αλλά τι θα μπορούσε να του φτιάξει ώστε να σκοτώνει την ανία του;
Ένα πρωινό, εκεί που έβλεπε τον κακομοιρούλη τον Αδάμ να σέρνει αργά τα βήματά του στους κήπους, αναστενάζοντας από την τόση ηρεμία και βαρεμάρα, Του ήρθε μια ιδέα. Εμφανίστηκε λοιπόν μπροστά του ξαφνικά, για να τον ρωτήσει τι θέλει για να είναι ευτυχισμένος.
- Μπα, πανάθεμά σε, με κοψοχόλιασες...
- Έτσι όπως το πας, δεν θα το γλιτώσεις... Αλλά απάντησέ μου, γιατί δεν είσαι χαρούμενος Αδάμ;
- Δεν ξέρω τι θέλω. Το μαμούθ έχει την μαμουθίτσα, ο παχυκεφαλόσαυρος (σσ. είδος δεινοσαύρου) την παχυκεφαλοσαυρούλα... Για να σου πω την αλήθεια, δεν ξέρω τι θα μπορούσε κανείς να βρεί σε μια παχυκεφαλοσαυρούλα, αλλά φαίνεται πως ο νεαρός είναι πολύ χαρούμενος. Δεν θα μπορούσες να μου φτιάξεις κι εμένα μια Αδαμίτσα;
- Μμμμ, προς το παρόν, θα σου κάνω ένα δώρο. Κι αν συνεχίσεις να θέλεις γυναίκα, ε, τότε, κακό του κεφαλιού σου... Κι εγένετω... το ποδήλατο!

Και πριν προλάβει να τελειώσει την φράση του, ακούστηκε ένα μεγάλο “ΠΟΥΦ” και μέσα από ένα πολύχρωμο σύννεφο σκόνης, εμφανίστηκε ένα ποδήλατο.

Ο Αδάμ ήταν μπερδεμένος. Δεν ήξερε τι σημαίνει “κακό”, τι σημαίνει “γυναίκα” και φυσικά δεν ήξερε πως να χρησιμοποιήσει αυτό το “ποδήλατο”.
Ευτυχώς, το τελευταίο ήταν και το πιο εύκολο.

Ο χρυσός δρόμος

Όλοι έχουμε βρεθεί μια φορά έστω να τρέχουμε με το ποδήλατό μας, σε έναν δρόμο ντυμένο με χρυσάφι. Ο ήλιος μας τυφλώνει και τυλίγει το τοπίο σε μια πορτοκαλί ομίχλη που ομίχλη δεν είναι. Κι έχουμε κοιτάξει με έκσταση τα δέντρα που έχουν αυτό το βαρύ πράσινο χρώμα κι οι κορυφές τους, χάνονται σκούρες στον παραμυθένιο ουρανό. Εκείνη την συγκεκριμένη στιγμή, όλα κυλάνε πιο αργά και βλέπουμε την σκόνη που ταξιδεύει νωχελικά τριγύρω μας. Ακόμα κι ο ήχος σωπαίνει για να μπορέσουμε να γίνουμε κομμάτι του κόσμου μας, μόνο για εκείνη την στιγμή.
Η καρδιά θέλει λίγο να τρέξει, λίγο να τραγουδήσει και λίγο να παγώσει τον χρόνο. Με λίγα λόγια, θα 'λεγε κανείς πως η καρδιά θέλει να παίξει.

Μας τυφλώνει ο δρόμος, έτσι όπως γυαλίζει κάτω από το δυνατό φως και οι αισθήσεις μας περνούν από τα μάτια μας, μα τα μάτια μας δεν μπορούν να συγκρατήσουν τίποτα παραπάνω από την στιγμή. Την στιγμή που σαν φωτογραφία κρατάμε στο μυαλό μας. Ο άνεμος που μας ταλαιπωρούσε στο ταξίδι μας έχει πια κοπάσει κι η ζέστη έχει χαθεί, όλα είναι ιδανικά τότε, απόλυτα κι ιδανικά.
Ευτυχώς θα έρθει η νύχτα και την επόμενη ημέρα θα έρθει πάλι η ζέστη, το γραφείο, τα αυτοκίνητα, οι οθόνες κι όλα αυτά θα χαθούν ώσπου η στιγμή με τον δρόμο που λάμπει και την πορτοκαλί σκόνη θα ξανάρθει.
Κι ο δρόμος θα ξαναγίνει χρυσός κι ο άνεμος θα κοπάσει και η ζέστη θα εξατμιστεί.

Αν κρατούσε δυο στιγμές η μαγεία θα χανόταν. Όπως αν στην ζωή μας τα θαύματα κρατούσαν για πάντα, θαύματα δεν θα 'ταν παρά κανόνες που την ζωή αυτή θα ορίζαν.

Σου λέω πως, το παραπονιάρικο αριστερό μας γόνατο, η ανάσα και το ποδήλατό μας, μας ταξίδεψαν πάνω σε εκείνο τον χρυσό δρόμο, πολύ περισσότερο απ' όσο όλη η υπόλοιπη διαδρομή. Γιατί από όλο το ταξίδι αυτό μας έμεινε, άρα από όλο το ταξίδι, αυτό ήταν το κέρδος.

contact