Λογοτεχνία

Λογοτεχνικά Κείμενα σχετικά με το ποδήλατο

τζιτζικια

Πεύκα ,πικροδάφνες και κουτσουπιές
σωπαίνουν όλα τυλιγμένα
στή λιγοστή δροσιά τους.Μόνο τζιτζίκια
σαν φουρκισμένα,σαν μεθυσμένα
στον ήλιο του μεσημεριού-τζι-τζι-τζι
σκούζουνε τη γκρίνια τους ζεματιστή

Ο νους τεντώνεται χαμηλά στους
πρόποδες του λόφου.
Το αγκομαχητό στο μονοπάτι φτάνει
μες απ τα πεύκα ψιθυριστά
ρουφιέτε, απ τα τζιτζίκια λαχανιασμένα

Συχνά ένα φεγγοβόλημα πηδά
από ένα μάτι ένα λουλούδι,
έρχεται σαν ουράνια φωτιά
και εξαγιάζει χρόνο και μορφές
φλογίζοντας μ αγάπη τις στιγμές

Ο άνθρωπος δεν ζει μονάχα με ψωμί
ποτέ δεν λείπει εκείνο.... μα εσύ
στη θύμηση ξανοίγεται ο νους
ποτέ δεν ξέρεις ποτέ θ αστράψει στην αγάπη που ζη για παντα

Το πρώτο βήμα

Τραβάς το πακέτο απ' την κωλότσεπη, ανάβεις τσιγάρο. Εισπνέεις βαθιά, όπως ανάσαινες την μυρωδιά εκείνης της αγκαλιάς, λες και αύριο δεν υπήρχε άλλο, ούτε αγκαλιές, ούτε ανάσες.

Η άσφαλτος ανταριάζει κάτω απ' τα πόδια σου, ανασκαλεύεται, τεντώνεται και ασφυκτιά σαν θεριό σε κλουβί. Ο αγέρας σκορπά τη στάχτη του τσιγάρου σου, κι ο ορίζοντας σφυροκοπά την ύπαρξή σου σαν πυγμάχος που έχει κολλήσει τον αντίπαλο στα σκοινιά.

Τελειώνεις το τσιγάρο, η κάφτρα, υπακούοντας σε αυτόν τον αδυσώπητο νόμο που θέλει τα πάντα να πηγαίνουν προς τα κάτω, προσγειώνεται στην άσφαλτο, κι εσύ στέκεσαι ακίνητος, ανήμπορος μπροστά στην τόση ελευθερία των αισθήσεων, μπροστά στην τόση απεραντοσύνη των πιθανοτήτων.

Τσακμάκι, τσιγάρο, ανάσα, εισπνοή, εκπνοή, εισπνοή, εκπνοή...

ΤΡΕΙΣ ΠΡΟΦΑΣΕΙΣ

Τί παράξενο που ήταν τώρα αυτό...
Η μικρή, κόκκινη λιμνούλα που όλο και μεγάλωνε και που πάνω της στραφτάλιζαν οι ακτίνες του ήλιου, ήταν το αίμα του. Κι’ όσο η λιμνούλα μεγάλωνε, τόσο βαραίναν τα βλέφαρά του.